Την Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2019 η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και
επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά θα επισκεφθεί το νησί
μας στα πλαίσια της εκδήλωσης για τον εορτασμό των 100 χρόνων από την
γέννηση του Ανδρέα Παπανδρέου, όπου θα πραγματοποιήσει ομιλία στις 5.30
μ.μ. στο Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο Χίου.
Ακολουθεί βιογραφικό του Α. Παπανδρέου με πηγή τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Β. Ελλάδος Ι.Κ. Βελλίδης.
Πρωτότοκος γιος του πρώην πρωθυπουργού Γεώργιου Παπανδρέου και της Σοφίας, το γένος Μινέικο, πολωνικής καταγωγής.
Γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα του χρόνια στη Χίο, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως γενικός διοικητής των νησιών του Αιγαίου. Την περίοδο 1923-1936 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου φοίτησε στην αρχή στο αμερικανικό κολλέγιο και στη συνέχεια στη Νομική σχολή. Τα φοιτητικά του χρόνια συνέπεσαν με τη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά, ενώ ο ίδιος μετείχε σε ομάδες και κινήσεις κατά του καθεστώτος. Στις 4 Αυγούστου 1936 συνελήφθη, όταν μαζί με άλλους φοιτητές, κατέστρεψαν προκηρύξεις του καθεστώτος αλλά αφέθηκε ελεύθερος μετά τρεις μέρες.
Την άνοιξη του 1939 συνελήφθη με την κατηγορία της συμμετοχής σε αντιδικτατορική οργάνωση, ενώ ο πατέρας του βρισκόταν εξόριστος στην Ανδρο. Αποφυλακίστηκε το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου και έφυγε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου έζησε από τότε και για 20 περίπου χρόνια. Στις ΗΠΑ έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, στις οικονομικές επιστήμες και στη φιλοσοφία.
Το 1942 πήρε δίπλωμα Μάστερ από το πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και διορίστηκε βοηθός στο ίδιο πανεπιστήμιο έως το 1944. Το 1943 πήρε διδακτορικό δίπλωμα από το πανεπιστήμιο Χάρβαρντ. Τον ίδιο χρόνο απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα και όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες μπήκαν στο Β παγκόσμιο πόλεμο υπηρέτησε στο αμερικανικό ναυτικό.
Το 1944 υπήρξε τεχνικός σύμβουλος της ελληνικής αποστολής στην Οικονομική και Νομισματική διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών, στο Μπρέτον Γουντς.
Το διάστημα 1946-1947 ήταν υφηγητής στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ. Από το 1947 έως το 1950 ήταν επίκουρος καθηγητής, ενώ από το 1950 έως το 1955 διετέλεσε τακτικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Μινεσότα.
Το 1955 ήταν τακτικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ και από το 1956 έως το 1960 υπήρξε κοσμήτορας στη σχολή οικονομικών επιστημών του ιδίου πανεπιστημίου.
Το 1959 έρχεται στην Ελλάδα ως μέλος οικονομικής ερευνητικής αποστολής ενώ τον επόμενο χρόνο καλείται στην Ελλάδα από την τότε κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή και αναλαμβάνει το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών και τη θέση συμβούλου της Τράπεζας της Ελλάδος (1961).
Στην πολιτική
Λίγο αργότερα αναμειγνύεται στην πολιτική. Τον Φεβρουάριο του 1964, εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Αχαϊας με την Ενωση Κέντρου, ενώ μετέσχε για πρώτη φορά στην κυβέρνηση του Γεώργιου Παπανδρέου, ως υπουργός Προεδρίας και τον Ιούνιο 1964, στη δεύτερη, ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού. Οι ριζοσπαστικές θέσεις του σε σχέση με εκείνες μερίδας "κεντρογενών" στελεχών της Ενωσης Κέντρου (Ε.Κ.), προκάλεσαν αντιδράσεις που οδήγησαν στην παραίτησή του από το υπουργικό αξίωμα, το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου. Σύντομα οι απόψεις και η δράση του συσπείρωσαν ομάδα βουλευτών της Ε.Κ. και οδήγησαν στο σχηματισμό κεντροαριστερής πτέρυγας υπό την άτυπη ηγεσία του.
Τον Απρίλιο του 1965, με ισχυρότερο πολιτικό έρεισμα στο κόμμα, αλλά και έξω από αυτό, ανέκτησε το αξίωμα του αναπληρωτή υπουργού Συντονισμού. Τον Μάιο του ίδιου χρόνου όμως η αντιπολίτευση άσκησε έντονη πολεμική στην κυβέρνηση, κατηγορώντας ιδιαίτερα τον ίδιο, ότι προσπάθησε να στελεχώσει την Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΚΥΠ) με "αριστερούς" αξιωματικούς της εμπιστοσύνης του και ότι ενθάρρυνε την νασερικής έμπνευσης οργάνωση αξιωματικών "Ασπίδα".
Στις 15 Ιουλίου 1965, ύστερα από την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου, άσκησε έντονη κριτική στις αποκαλούμενες "κυβερνήσεις αποστασίας" με αποτέλεσμα να αποκτήσει μεν ισχυρότερο έρεισμα στο κόμμα και ιδιαίτερα στην Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία (ΕΔΗΝ).
Τον Φεβρουάριο του 1967, μεθοδεύτηκε τρόπος άμεσης ποινικής του δίωξης για την υποτιθέμενη συμμετοχή του στην οργάνωση "Ασπίδα". Συνελήφθη αμέσως μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και μεταφέρθηκε στο Γουδί, όπου κρατούντο και άλλοι πολιτικοί και στη συνέχεια στο ξενοδοχείο "Πικέρμι" στην Αττική. Στις 10 Μαϊου του ίδιου χρόνου οδηγήθηκε στο απομονωτήριο των φυλακών Αβέρωφ και το Δεκέμβριο απελευθερώθηκε με την αμνηστία που έδωσαν οι δικτάτορες. Στις 16 Ιανουαρίου 1968, υπό την πίεση της διεθνούς κοινής γνώμης του δόθηκε άδεια να φύγει από τη χώρα, μαζί με την οικογένειά του. Παρέμεινε στο εξωτερικό στη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας και έδρασε εναντίον της από διάφορες χώρες. Πρώτος σταθμός μετά την αναχώρησή του υπήρξε το Παρίσι, απ' όπου με δηλώσεις του τόνισε την ανάγκη δυναμικής αντιπαράθεσης του λαού στη δικτατορία.
Το Φεβρουάριο άρχισε περιοδεία στις σκανδιναβικές χώρες και είχε σειρά επαφών με πολιτικές προσωπικότητες, τόσο εκεί όσο και σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες.
Το ΠΑΚ
Στις 27 Φεβρουαρίου 1968, ίδρυσε το Πανελλήνιο Αγωνιστικό Κίνημα (ΠΑΚ), με έδρα τη Στοκχόλμη, το οποίο στη συνέχεια εξαπλώθηκε σε άλλες χώρες και στο εσωτερικό.
Στις 8 Μαρτίου 1968, πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου το αίτημά του προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να διακοπεί η στρατιωτική βοήθεια προς την Ελλάδα απορρίφθηκε.
Στις 4 Αυγούστου του ιδίου χρόνου συνυπέγραψε, στην Ιταλία, συμφωνία συνεργασίας με το Πατριωτικό Μέτωπο (ΠΑΜ), ενώ 9 ημέρες αργότερα επικρότησε την απόπειρα εκτέλεσης του δικτάτορα Γεωργίου Παπαδόπουλου από τον Αλέξανδρο Παναγούλη.
Το διάστημα 1969-1974, εργάστηκε ως καθηγητής οικονομικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Γιόρκ του Καναδά.
Τον Αύγουστο του 1974 επέστρεψε στην Ελλάδα. Δεν συμμετείχε στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, αλλά προχώρησε στην ίδρυση του "Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος" (ΠΑΣΟΚ). Οι αρχές και οι στόχοι του ΠΑΣΟΚ, στο οποίο προσχώρησαν στελέχη αντιστασιακών οργανώσεων καθώς και της προδικτατορικής Αριστεράς και της Ενωσης Κέντρου, καθορίστηκαν με την ιδρυτική "διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη".
Στις πρώτες μεταδικτατορικές εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, το ΠΑΣΟΚ, συγκέντρωσε το 13,58% των ψήφων και ο ίδιος εξελέγη βουλευτής Αχαϊας.
Στο δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου για το πολιτειακό πήρε θέση υπέρ της προεδρευομένης δημοκρατίας. Στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, αναδείχτηκε ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης αφού το ΠΑΣΟΚ κατετάγη δεύτερο κόμμα με 25,34% των ψήφων. Εχοντας ισχυροποιήσει την οργανωτική και ιδεολογική δομή του ΠΑΣΟΚ και οξύνει την κριτική του κατά της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, τόσο σε θέματα εσωτερικής όσο και εξωτερικής πολιτικής, άρχισε την προεκλογική εκστρατεία του 1981 με διακήρυξη κυβερνητικής πολιτικής, γνωστότερης ως "Συμβόλαιο με το Λαό".
Πρωθυπουργός
Στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, το ΠΑΣΟΚ αναδείχτηκε πρώτο κόμμα με 48,06% και ο ίδιος σχημάτισε την πρώτη του κυβέρνηση, στην οποία κράτησε και τη θέση του υπουργού Εθνικής Αμυνας.
Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, η πρώτη κυβέρνηση Παπανδρέου εργάστηκε με στόχο την αναβάθμιση του ρόλου της χώρας εντός των πλαισίων των διεθνών της δεσμεύσεων, όπως το βορειοατλαντικό σύμφωνο, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και οι συμβάσεις για τις αμερικανικές βάσεις.
Εργάστηκε επίσης για τη διασφάλιση της εθνικής υπόστασης και ακεραιότητας της χώρας έναντι των προκλήσεων της Τουρκίας, που παράνομα εξακολουθούσε να κατέχει μεγάλο τμήμα της Δημοκρατίας της Κύπρου. Πέραν της βελτίωσης των σχέσεων με τις σοσιαλιστικές χώρες και τον τρίτο κόσμο, πρωτοστάτησε στις κινήσεις που έγιναν σε παγκόσμιο επίπεδο για την ειρήνη και τη διασφάλιση από τον πυρηνικό όλεθρο. Συμμετείχε έτσι στις διαβουλεύσεις και τις συμφωνίες για τη δημιουργία απύραυλων ζωνών στα Βαλκάνια και τη Σκανδιναβία.
Συμμετείχε επίσης στην "Πρωτοβουλία των έξι" για την προάσπιση της ειρήνης και της ζωής ολόκληρης της ανθρωπότητας. Η κίνηση αυτή δημιουργήθηκε το 1982 από τους προέδρους του Μεξικού Μιγκέλ ντε λα Μαντρίντ, της Αργεντινής Ραούλ Αλφονσίν και της Τανζανίας Τζούλιους Νιερέρε και τους πρωθυπουργούς της Σουηδίας Ούλοφ Πάλμε, της Ινδίας Ιντιρα Γκάντι και της Ελλάδας Ανδρέα Παπανδρέου. Στον τομέα της εσωτερικής πολιτικής, η πρώτη κυβέρνηση Παπανδρέου εργάστηκε με γνώμονα την ισότητα των πολιτών, ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους πεποιθήσεις ή το φύλο τους. Στα πλαίσια αυτά εντάσσονται αποφάσεις όπως η κατάργηση της νομοθεσίας εκτάκτων μέτρων, η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης 1941-1944 και η αποκατάσταση των αγωνιστών της, η επιστροφή των πολιτικών προσφύγων και οι αλλαγές που έγιναν στο Οικογενειακό Δίκαιο με στόχο τη νομική εξίσωση αντρών και γυναικών. Στο κυβερνητικό έργο αυτής της περιόδου εντάσσονται, μεταξύ άλλων, η καθιέρωση του θεσμού του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η συνταξιοδότηση των αγροτισσών καθώς και οικονομικά μέτρα για την υποστήριξη των χαμηλόμισθων, των προβληματικών επιχειρήσεων, της αγροτικής παραγωγής κ.ά. Στις 2 Ιουνίου 1985 κερδίζει πάλι τις εκλογές και σχηματίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση με 45,82% των ψήφων. Κατά τη δεύτερη αυτή τετραετία (1985-1989) διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, εξαγγέλθηκε οικονομικό "πρόγραμμα λιτότητας", με στόχο την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση και την ένταξή της σε ορθολογική πορεία ανάπτυξης. Επίσης καταβλήθηκε προσπάθεια εκτόνωσης του κλίματος έντασης που επικρατούσε μεταξύ Τουρκίας - Ελλάδας, χωρίς όμως να παραχωρηθούν εθνικά κυριαρχικά μας δικαιώματα, τα οποία αμφισβητούσε η Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η συνάντησή του με τον πρωθυπουργό της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ στο Νταβός.
Το Χέρφιλντ
Τον Αύγουστο του 1988, διαπιστώθηκαν προβλήματα στην υγεία του (στένωση αορτής) και το Σεπτέμβριο, υποβάλλεται σε σοβαρή εγχείρηση ανοικτής καρδιάς στο νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου από τον διάσημο καρδιοχειρουργό, Μαγκντί Γιακούμπ. Στις 23 Μαϊου 1989, υπέβαλε αίτηση διαζυγίου και στις 8 Ιουνίου λύθηκε, ύστερα από 38 χρόνια, ο γάμος του με τη δεύτερη σύζυγό του Μάργκαρετ Τσαντ (η πρώτη ήταν η Χριστίνα Ρασιά) με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά.
Στις 19 Ιουνίου 1989 υπέβαλε την παραίτησή του στον πρόεδρο της Δημοκρατίας, όταν το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας συγκέντρωσε τη σχετική πλειοψηφία στις εκλογές της προηγούμενης ημέρας, αλλά παρέμεινε υπηρεσιακός πρωθυπουργός μέχρι το διορισμό της νέας κυβέρνησης, η οποία σχηματίστηκε τελικά στις 2 Ιουλίου, μετά από συμβιβαστική συνεργασία της ΝΔ και του Συνασπισμού της Αριστεράς, με σκοπό όπως υποστηρίχθηκε από τα δύο κόμματα να αποτραπεί η παραγραφή των σκανδάλων που είχαν ξεσπάσει εκείνη την περίοδο, με κορυφαία την "υπόθεση Κοσκωτά". Στις 7 Ιουλίου 1989, 144 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας (δεν υπέγραψε ο πρόεδρος της Βουλής Αθανάσιος Τσαλδάρης), κατέθεσαν πρόταση κατά του Α. Παπανδρέου και άλλων πέντε υπουργών του ΠΑΣΟΚ, για παράβαση του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Την πρόταση των βουλευτών της ΝΔ, η οποία τον κατηγορούσε για ηθική αυτουργία σε απιστία για τις καταθέσεις των ΔΕΚΟ στην Τράπεζα Κρήτης και παθητική δωροδοκία μετά αποδοχής προϊόντων εγκλήματος (περίπτωση Λούβαρη) δεν υπέγραψαν, αλλά την υποστήριξαν στη Βουλή οι βουλευτές του Συνασπισμού της Αριστεράς.
Στις 13 Ιουλίου 1989, τέλεσε τρίτο γάμο με την κ. Δήμητρα Λιάνη στο ναό της Ελευθερώτριας στην Πολιτεία.
Στο ειδικό δικαστήριο
Στις 18 Ιουλίου 1989 η ολομέλεια του κοινοβουλίου αποφάσισε την παραπομπή του σε 12μελή προανακριτική επιτροπή, για να διευρευνηθούν οι ευθύνες του στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Στη σχετική ψηφοφορία 171 βουλευτές, ψήφισαν υπέρ της παραπομπής, 121 κατά, 1 παρών, ενώ βρέθηκαν και 3 άκυροι ψήφοι. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1989, παραπέμφθηκε στο ειδικό δικαστήριο για το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας κατ' εξακολούθηση στην παγίδευση και παραβίαση των τηλεφωνημάτων και της προφορικής συνομιλίας. Για την παραπομπή του, ψήφισαν 173 βουλευτές της ΝΔ και του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου με μυστική ψηφοφορία, ενώ οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ είχαν αποχωρήσει από την αίθουσα. Η παραπομπή του στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο αποφασίστηκε με 169 ψήφους υπέρ,2 κατά και 2 λευκά. Μαζί του παραπέμφθηκαν ο πρώην αρχηγός της ΕΥΠ, Κ. Τσίμας και ο πρώην διοικητής του ΟΤΕ Θ. Τόμπρας. Στις 27 Σεπτεμβρίου 1989, παραπέμφθηκε για δεύτερη φορά στο ειδικό δικαστήριο για το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε απιστία και το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας για τη συμμετοχή του, όπως έκρινε η πλειοψηφία της Βουλής, στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Για το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε απιστία, 166 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της παραπομπής και 121 κατά, ενώ για τα αδικήματα της παθητικής δωροδοκίας ψήφισαν 165 υπέρ και 121 κατά. Από την ψηφοφορία απουσίασε ο ίδιος, ο Γ. Σουφλιάς, ο Α. Ανδρεουλάκος, ο Αχμέτ Σαδίκ και ο δολοφονηθείς Π. Μπακογιάννης, η θέση του οποίου δεν είχε αναπληρωθεί.
Διεθνούς που έγινε στο Κάιρο στο οποίο ψηφίστηκε ομόφωνα η ένταξη του ΠΑΣΟΚ ως πλήρους μέλους της. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1990 στο 2ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ επανεξελέγη δια βοής πρόεδρος του Κόμματος.
Στις 16 Ιανουαρίου 1992, το Ειδικό Δικαστήριο με απόφασή του, τον έκρινε αθώο και για τα 4 αδικήματα, για τα οποία είχε κατηγορηθεί και τα οποία σχετίζονταν με το "σκάνδαλο Κοσκωτά". Ειδικότερα το Δικαστήριο τον έκρινε αθώο για την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας σε απιστία για τις καταθέσεις των ΔΕΚΟ με ψήφους 7-6, για την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας σε απιστία για τη ρύθμιση των χρεών Καλκάνη με ψήφους 9-4, για την κατηγορία της παθητικής δωροδοκίας με ψήφους 10-3 και για την κατηγορία της αποδοχής προϊόντων εγκλήματος με ψήφους 8-5.
Στις 15 Μαϊου 1992, με απόφαση της Βουλής ανεστάλη η εναντίον του δίωξη για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών. Στη σχετική ψηφοφορία, από την οποία απουσίαζαν το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ, 117 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της αναστολής, 24 κατά και 3 δήλωσαν παρών.
Στις 16 Σεπτεμβρίου 1992, στο 19ο Συνέδριο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, εξελέγη ομόφωνα αντιπρόεδρος της οργάνωσης.
Στις 12 Οκτωβρίου 1993, μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, έλαβε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και την επόμενη ημέρα ορκίστηκε πρωθυπουργός για τρίτη τετραετία.
Στις 17 Απριλίου 1994, στο 3ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, επανεξελέγη ομόφωνα πρόεδρος του κινήματος.
Στις 24 Αυγούστου 1995, στο 3ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ επανεξελέγη ομόφωνα πρόεδρος του κινήματος.
Στις 24 Αυγούστου 1995, η Διοικούσα Επιτροπή του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου τον ανακήρυξε "Μεγάλο Ευεργέτη".
Δημοσίευσε βιβλία και μονογραφίες οικονομικού και πολιτικού περιεχομένου, άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά, έδωσε διαλέξεις σε πανεπιστήμια και πνευματικά ιδρύματα και συνεργάστηκε σε σειρά συλλογικών εκδόσεων. Στα βιβλία του περιλαμβάνονται: Introduction to Social Science, 1952, Competition and its Rogulation, 1954, Economics as a Science, 1958, A Strategy For Greek Economic Development, 1962, Fundamentals of Model Construction in Macroeconomics, 1962, The Greek Front, 1970, Man's Freedom, 1970, Democracy at Gunpoint, 1971, Paternalistic Capitalism, 1972, Project Selection for National Plans, 1974, Socialist Transformation, 1977. Ορισμένα από αυτά τα βιβλία που εκδόθηκαν αρχικά στο εξωτερικό, κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα μετά τη μεταπολίτευση του 1974.
Κυβερνητικά αξιώματα
Υπουργός Προεδρίας 19/2/1964-9/6/1964
Αναπλ. υπουργός Συντονισμού 05/6/64-19/11/1964.
Αναπλ. υπουργός Συντονισμού 29/4/1965-15/7/1965.
Υπουργός Εθνικής Αμυνας 21/10/1981-05/6/1985.
Πρόεδρος Κυβέρνησης 21/10/1981-05/6/1985.
Υπουργός Βόρειας Ελλάδας 05/6/1985-26/7/1985
Πρόεδρος Κυβέρνησης 05/6/1985-18/6/1989.
Υπουργός Εθνικής Αμυνας 05/6/1985-26/71985
Υπουργός Εθνικής Αμυνας 26/7/1985-25/4/1986.
Πρόεδρος Κυβέρνησης 18/6/1989-02/7/1989.
Πρόεδρος Κυβέρνησης 13/10/1993 15/1/1996.
https://www.alithia.gr
Ακολουθεί βιογραφικό του Α. Παπανδρέου με πηγή τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Β. Ελλάδος Ι.Κ. Βελλίδης.
Πρωτότοκος γιος του πρώην πρωθυπουργού Γεώργιου Παπανδρέου και της Σοφίας, το γένος Μινέικο, πολωνικής καταγωγής.
Γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα του χρόνια στη Χίο, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως γενικός διοικητής των νησιών του Αιγαίου. Την περίοδο 1923-1936 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου φοίτησε στην αρχή στο αμερικανικό κολλέγιο και στη συνέχεια στη Νομική σχολή. Τα φοιτητικά του χρόνια συνέπεσαν με τη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά, ενώ ο ίδιος μετείχε σε ομάδες και κινήσεις κατά του καθεστώτος. Στις 4 Αυγούστου 1936 συνελήφθη, όταν μαζί με άλλους φοιτητές, κατέστρεψαν προκηρύξεις του καθεστώτος αλλά αφέθηκε ελεύθερος μετά τρεις μέρες.
Την άνοιξη του 1939 συνελήφθη με την κατηγορία της συμμετοχής σε αντιδικτατορική οργάνωση, ενώ ο πατέρας του βρισκόταν εξόριστος στην Ανδρο. Αποφυλακίστηκε το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου και έφυγε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου έζησε από τότε και για 20 περίπου χρόνια. Στις ΗΠΑ έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, στις οικονομικές επιστήμες και στη φιλοσοφία.
Το 1942 πήρε δίπλωμα Μάστερ από το πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και διορίστηκε βοηθός στο ίδιο πανεπιστήμιο έως το 1944. Το 1943 πήρε διδακτορικό δίπλωμα από το πανεπιστήμιο Χάρβαρντ. Τον ίδιο χρόνο απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα και όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες μπήκαν στο Β παγκόσμιο πόλεμο υπηρέτησε στο αμερικανικό ναυτικό.
Το 1944 υπήρξε τεχνικός σύμβουλος της ελληνικής αποστολής στην Οικονομική και Νομισματική διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών, στο Μπρέτον Γουντς.
Το διάστημα 1946-1947 ήταν υφηγητής στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ. Από το 1947 έως το 1950 ήταν επίκουρος καθηγητής, ενώ από το 1950 έως το 1955 διετέλεσε τακτικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Μινεσότα.
Το 1955 ήταν τακτικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ και από το 1956 έως το 1960 υπήρξε κοσμήτορας στη σχολή οικονομικών επιστημών του ιδίου πανεπιστημίου.
Το 1959 έρχεται στην Ελλάδα ως μέλος οικονομικής ερευνητικής αποστολής ενώ τον επόμενο χρόνο καλείται στην Ελλάδα από την τότε κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή και αναλαμβάνει το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών και τη θέση συμβούλου της Τράπεζας της Ελλάδος (1961).
Στην πολιτική
Λίγο αργότερα αναμειγνύεται στην πολιτική. Τον Φεβρουάριο του 1964, εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Αχαϊας με την Ενωση Κέντρου, ενώ μετέσχε για πρώτη φορά στην κυβέρνηση του Γεώργιου Παπανδρέου, ως υπουργός Προεδρίας και τον Ιούνιο 1964, στη δεύτερη, ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού. Οι ριζοσπαστικές θέσεις του σε σχέση με εκείνες μερίδας "κεντρογενών" στελεχών της Ενωσης Κέντρου (Ε.Κ.), προκάλεσαν αντιδράσεις που οδήγησαν στην παραίτησή του από το υπουργικό αξίωμα, το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου. Σύντομα οι απόψεις και η δράση του συσπείρωσαν ομάδα βουλευτών της Ε.Κ. και οδήγησαν στο σχηματισμό κεντροαριστερής πτέρυγας υπό την άτυπη ηγεσία του.
Τον Απρίλιο του 1965, με ισχυρότερο πολιτικό έρεισμα στο κόμμα, αλλά και έξω από αυτό, ανέκτησε το αξίωμα του αναπληρωτή υπουργού Συντονισμού. Τον Μάιο του ίδιου χρόνου όμως η αντιπολίτευση άσκησε έντονη πολεμική στην κυβέρνηση, κατηγορώντας ιδιαίτερα τον ίδιο, ότι προσπάθησε να στελεχώσει την Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΚΥΠ) με "αριστερούς" αξιωματικούς της εμπιστοσύνης του και ότι ενθάρρυνε την νασερικής έμπνευσης οργάνωση αξιωματικών "Ασπίδα".
Στις 15 Ιουλίου 1965, ύστερα από την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου, άσκησε έντονη κριτική στις αποκαλούμενες "κυβερνήσεις αποστασίας" με αποτέλεσμα να αποκτήσει μεν ισχυρότερο έρεισμα στο κόμμα και ιδιαίτερα στην Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία (ΕΔΗΝ).
Τον Φεβρουάριο του 1967, μεθοδεύτηκε τρόπος άμεσης ποινικής του δίωξης για την υποτιθέμενη συμμετοχή του στην οργάνωση "Ασπίδα". Συνελήφθη αμέσως μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και μεταφέρθηκε στο Γουδί, όπου κρατούντο και άλλοι πολιτικοί και στη συνέχεια στο ξενοδοχείο "Πικέρμι" στην Αττική. Στις 10 Μαϊου του ίδιου χρόνου οδηγήθηκε στο απομονωτήριο των φυλακών Αβέρωφ και το Δεκέμβριο απελευθερώθηκε με την αμνηστία που έδωσαν οι δικτάτορες. Στις 16 Ιανουαρίου 1968, υπό την πίεση της διεθνούς κοινής γνώμης του δόθηκε άδεια να φύγει από τη χώρα, μαζί με την οικογένειά του. Παρέμεινε στο εξωτερικό στη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας και έδρασε εναντίον της από διάφορες χώρες. Πρώτος σταθμός μετά την αναχώρησή του υπήρξε το Παρίσι, απ' όπου με δηλώσεις του τόνισε την ανάγκη δυναμικής αντιπαράθεσης του λαού στη δικτατορία.
Το Φεβρουάριο άρχισε περιοδεία στις σκανδιναβικές χώρες και είχε σειρά επαφών με πολιτικές προσωπικότητες, τόσο εκεί όσο και σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες.
Το ΠΑΚ
Στις 27 Φεβρουαρίου 1968, ίδρυσε το Πανελλήνιο Αγωνιστικό Κίνημα (ΠΑΚ), με έδρα τη Στοκχόλμη, το οποίο στη συνέχεια εξαπλώθηκε σε άλλες χώρες και στο εσωτερικό.
Στις 8 Μαρτίου 1968, πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου το αίτημά του προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να διακοπεί η στρατιωτική βοήθεια προς την Ελλάδα απορρίφθηκε.
Στις 4 Αυγούστου του ιδίου χρόνου συνυπέγραψε, στην Ιταλία, συμφωνία συνεργασίας με το Πατριωτικό Μέτωπο (ΠΑΜ), ενώ 9 ημέρες αργότερα επικρότησε την απόπειρα εκτέλεσης του δικτάτορα Γεωργίου Παπαδόπουλου από τον Αλέξανδρο Παναγούλη.
Το διάστημα 1969-1974, εργάστηκε ως καθηγητής οικονομικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Γιόρκ του Καναδά.
Τον Αύγουστο του 1974 επέστρεψε στην Ελλάδα. Δεν συμμετείχε στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, αλλά προχώρησε στην ίδρυση του "Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος" (ΠΑΣΟΚ). Οι αρχές και οι στόχοι του ΠΑΣΟΚ, στο οποίο προσχώρησαν στελέχη αντιστασιακών οργανώσεων καθώς και της προδικτατορικής Αριστεράς και της Ενωσης Κέντρου, καθορίστηκαν με την ιδρυτική "διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη".
Στις πρώτες μεταδικτατορικές εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, το ΠΑΣΟΚ, συγκέντρωσε το 13,58% των ψήφων και ο ίδιος εξελέγη βουλευτής Αχαϊας.
Στο δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου για το πολιτειακό πήρε θέση υπέρ της προεδρευομένης δημοκρατίας. Στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, αναδείχτηκε ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης αφού το ΠΑΣΟΚ κατετάγη δεύτερο κόμμα με 25,34% των ψήφων. Εχοντας ισχυροποιήσει την οργανωτική και ιδεολογική δομή του ΠΑΣΟΚ και οξύνει την κριτική του κατά της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, τόσο σε θέματα εσωτερικής όσο και εξωτερικής πολιτικής, άρχισε την προεκλογική εκστρατεία του 1981 με διακήρυξη κυβερνητικής πολιτικής, γνωστότερης ως "Συμβόλαιο με το Λαό".
Πρωθυπουργός
Στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, το ΠΑΣΟΚ αναδείχτηκε πρώτο κόμμα με 48,06% και ο ίδιος σχημάτισε την πρώτη του κυβέρνηση, στην οποία κράτησε και τη θέση του υπουργού Εθνικής Αμυνας.
Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, η πρώτη κυβέρνηση Παπανδρέου εργάστηκε με στόχο την αναβάθμιση του ρόλου της χώρας εντός των πλαισίων των διεθνών της δεσμεύσεων, όπως το βορειοατλαντικό σύμφωνο, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και οι συμβάσεις για τις αμερικανικές βάσεις.
Εργάστηκε επίσης για τη διασφάλιση της εθνικής υπόστασης και ακεραιότητας της χώρας έναντι των προκλήσεων της Τουρκίας, που παράνομα εξακολουθούσε να κατέχει μεγάλο τμήμα της Δημοκρατίας της Κύπρου. Πέραν της βελτίωσης των σχέσεων με τις σοσιαλιστικές χώρες και τον τρίτο κόσμο, πρωτοστάτησε στις κινήσεις που έγιναν σε παγκόσμιο επίπεδο για την ειρήνη και τη διασφάλιση από τον πυρηνικό όλεθρο. Συμμετείχε έτσι στις διαβουλεύσεις και τις συμφωνίες για τη δημιουργία απύραυλων ζωνών στα Βαλκάνια και τη Σκανδιναβία.
Συμμετείχε επίσης στην "Πρωτοβουλία των έξι" για την προάσπιση της ειρήνης και της ζωής ολόκληρης της ανθρωπότητας. Η κίνηση αυτή δημιουργήθηκε το 1982 από τους προέδρους του Μεξικού Μιγκέλ ντε λα Μαντρίντ, της Αργεντινής Ραούλ Αλφονσίν και της Τανζανίας Τζούλιους Νιερέρε και τους πρωθυπουργούς της Σουηδίας Ούλοφ Πάλμε, της Ινδίας Ιντιρα Γκάντι και της Ελλάδας Ανδρέα Παπανδρέου. Στον τομέα της εσωτερικής πολιτικής, η πρώτη κυβέρνηση Παπανδρέου εργάστηκε με γνώμονα την ισότητα των πολιτών, ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους πεποιθήσεις ή το φύλο τους. Στα πλαίσια αυτά εντάσσονται αποφάσεις όπως η κατάργηση της νομοθεσίας εκτάκτων μέτρων, η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης 1941-1944 και η αποκατάσταση των αγωνιστών της, η επιστροφή των πολιτικών προσφύγων και οι αλλαγές που έγιναν στο Οικογενειακό Δίκαιο με στόχο τη νομική εξίσωση αντρών και γυναικών. Στο κυβερνητικό έργο αυτής της περιόδου εντάσσονται, μεταξύ άλλων, η καθιέρωση του θεσμού του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η συνταξιοδότηση των αγροτισσών καθώς και οικονομικά μέτρα για την υποστήριξη των χαμηλόμισθων, των προβληματικών επιχειρήσεων, της αγροτικής παραγωγής κ.ά. Στις 2 Ιουνίου 1985 κερδίζει πάλι τις εκλογές και σχηματίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση με 45,82% των ψήφων. Κατά τη δεύτερη αυτή τετραετία (1985-1989) διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, εξαγγέλθηκε οικονομικό "πρόγραμμα λιτότητας", με στόχο την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση και την ένταξή της σε ορθολογική πορεία ανάπτυξης. Επίσης καταβλήθηκε προσπάθεια εκτόνωσης του κλίματος έντασης που επικρατούσε μεταξύ Τουρκίας - Ελλάδας, χωρίς όμως να παραχωρηθούν εθνικά κυριαρχικά μας δικαιώματα, τα οποία αμφισβητούσε η Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η συνάντησή του με τον πρωθυπουργό της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ στο Νταβός.
Το Χέρφιλντ
Τον Αύγουστο του 1988, διαπιστώθηκαν προβλήματα στην υγεία του (στένωση αορτής) και το Σεπτέμβριο, υποβάλλεται σε σοβαρή εγχείρηση ανοικτής καρδιάς στο νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου από τον διάσημο καρδιοχειρουργό, Μαγκντί Γιακούμπ. Στις 23 Μαϊου 1989, υπέβαλε αίτηση διαζυγίου και στις 8 Ιουνίου λύθηκε, ύστερα από 38 χρόνια, ο γάμος του με τη δεύτερη σύζυγό του Μάργκαρετ Τσαντ (η πρώτη ήταν η Χριστίνα Ρασιά) με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά.
Στις 19 Ιουνίου 1989 υπέβαλε την παραίτησή του στον πρόεδρο της Δημοκρατίας, όταν το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας συγκέντρωσε τη σχετική πλειοψηφία στις εκλογές της προηγούμενης ημέρας, αλλά παρέμεινε υπηρεσιακός πρωθυπουργός μέχρι το διορισμό της νέας κυβέρνησης, η οποία σχηματίστηκε τελικά στις 2 Ιουλίου, μετά από συμβιβαστική συνεργασία της ΝΔ και του Συνασπισμού της Αριστεράς, με σκοπό όπως υποστηρίχθηκε από τα δύο κόμματα να αποτραπεί η παραγραφή των σκανδάλων που είχαν ξεσπάσει εκείνη την περίοδο, με κορυφαία την "υπόθεση Κοσκωτά". Στις 7 Ιουλίου 1989, 144 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας (δεν υπέγραψε ο πρόεδρος της Βουλής Αθανάσιος Τσαλδάρης), κατέθεσαν πρόταση κατά του Α. Παπανδρέου και άλλων πέντε υπουργών του ΠΑΣΟΚ, για παράβαση του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Την πρόταση των βουλευτών της ΝΔ, η οποία τον κατηγορούσε για ηθική αυτουργία σε απιστία για τις καταθέσεις των ΔΕΚΟ στην Τράπεζα Κρήτης και παθητική δωροδοκία μετά αποδοχής προϊόντων εγκλήματος (περίπτωση Λούβαρη) δεν υπέγραψαν, αλλά την υποστήριξαν στη Βουλή οι βουλευτές του Συνασπισμού της Αριστεράς.
Στις 13 Ιουλίου 1989, τέλεσε τρίτο γάμο με την κ. Δήμητρα Λιάνη στο ναό της Ελευθερώτριας στην Πολιτεία.
Στο ειδικό δικαστήριο
Στις 18 Ιουλίου 1989 η ολομέλεια του κοινοβουλίου αποφάσισε την παραπομπή του σε 12μελή προανακριτική επιτροπή, για να διευρευνηθούν οι ευθύνες του στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Στη σχετική ψηφοφορία 171 βουλευτές, ψήφισαν υπέρ της παραπομπής, 121 κατά, 1 παρών, ενώ βρέθηκαν και 3 άκυροι ψήφοι. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1989, παραπέμφθηκε στο ειδικό δικαστήριο για το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας κατ' εξακολούθηση στην παγίδευση και παραβίαση των τηλεφωνημάτων και της προφορικής συνομιλίας. Για την παραπομπή του, ψήφισαν 173 βουλευτές της ΝΔ και του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου με μυστική ψηφοφορία, ενώ οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ είχαν αποχωρήσει από την αίθουσα. Η παραπομπή του στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο αποφασίστηκε με 169 ψήφους υπέρ,2 κατά και 2 λευκά. Μαζί του παραπέμφθηκαν ο πρώην αρχηγός της ΕΥΠ, Κ. Τσίμας και ο πρώην διοικητής του ΟΤΕ Θ. Τόμπρας. Στις 27 Σεπτεμβρίου 1989, παραπέμφθηκε για δεύτερη φορά στο ειδικό δικαστήριο για το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε απιστία και το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας για τη συμμετοχή του, όπως έκρινε η πλειοψηφία της Βουλής, στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Για το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε απιστία, 166 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της παραπομπής και 121 κατά, ενώ για τα αδικήματα της παθητικής δωροδοκίας ψήφισαν 165 υπέρ και 121 κατά. Από την ψηφοφορία απουσίασε ο ίδιος, ο Γ. Σουφλιάς, ο Α. Ανδρεουλάκος, ο Αχμέτ Σαδίκ και ο δολοφονηθείς Π. Μπακογιάννης, η θέση του οποίου δεν είχε αναπληρωθεί.
Διεθνούς που έγινε στο Κάιρο στο οποίο ψηφίστηκε ομόφωνα η ένταξη του ΠΑΣΟΚ ως πλήρους μέλους της. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1990 στο 2ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ επανεξελέγη δια βοής πρόεδρος του Κόμματος.
Στις 16 Ιανουαρίου 1992, το Ειδικό Δικαστήριο με απόφασή του, τον έκρινε αθώο και για τα 4 αδικήματα, για τα οποία είχε κατηγορηθεί και τα οποία σχετίζονταν με το "σκάνδαλο Κοσκωτά". Ειδικότερα το Δικαστήριο τον έκρινε αθώο για την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας σε απιστία για τις καταθέσεις των ΔΕΚΟ με ψήφους 7-6, για την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας σε απιστία για τη ρύθμιση των χρεών Καλκάνη με ψήφους 9-4, για την κατηγορία της παθητικής δωροδοκίας με ψήφους 10-3 και για την κατηγορία της αποδοχής προϊόντων εγκλήματος με ψήφους 8-5.
Στις 15 Μαϊου 1992, με απόφαση της Βουλής ανεστάλη η εναντίον του δίωξη για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών. Στη σχετική ψηφοφορία, από την οποία απουσίαζαν το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ, 117 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της αναστολής, 24 κατά και 3 δήλωσαν παρών.
Στις 16 Σεπτεμβρίου 1992, στο 19ο Συνέδριο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, εξελέγη ομόφωνα αντιπρόεδρος της οργάνωσης.
Στις 12 Οκτωβρίου 1993, μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, έλαβε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και την επόμενη ημέρα ορκίστηκε πρωθυπουργός για τρίτη τετραετία.
Στις 17 Απριλίου 1994, στο 3ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, επανεξελέγη ομόφωνα πρόεδρος του κινήματος.
Στις 24 Αυγούστου 1995, στο 3ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ επανεξελέγη ομόφωνα πρόεδρος του κινήματος.
Στις 24 Αυγούστου 1995, η Διοικούσα Επιτροπή του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου τον ανακήρυξε "Μεγάλο Ευεργέτη".
Δημοσίευσε βιβλία και μονογραφίες οικονομικού και πολιτικού περιεχομένου, άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά, έδωσε διαλέξεις σε πανεπιστήμια και πνευματικά ιδρύματα και συνεργάστηκε σε σειρά συλλογικών εκδόσεων. Στα βιβλία του περιλαμβάνονται: Introduction to Social Science, 1952, Competition and its Rogulation, 1954, Economics as a Science, 1958, A Strategy For Greek Economic Development, 1962, Fundamentals of Model Construction in Macroeconomics, 1962, The Greek Front, 1970, Man's Freedom, 1970, Democracy at Gunpoint, 1971, Paternalistic Capitalism, 1972, Project Selection for National Plans, 1974, Socialist Transformation, 1977. Ορισμένα από αυτά τα βιβλία που εκδόθηκαν αρχικά στο εξωτερικό, κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα μετά τη μεταπολίτευση του 1974.
Κυβερνητικά αξιώματα
Υπουργός Προεδρίας 19/2/1964-9/6/1964
Αναπλ. υπουργός Συντονισμού 05/6/64-19/11/1964.
Αναπλ. υπουργός Συντονισμού 29/4/1965-15/7/1965.
Υπουργός Εθνικής Αμυνας 21/10/1981-05/6/1985.
Πρόεδρος Κυβέρνησης 21/10/1981-05/6/1985.
Υπουργός Βόρειας Ελλάδας 05/6/1985-26/7/1985
Πρόεδρος Κυβέρνησης 05/6/1985-18/6/1989.
Υπουργός Εθνικής Αμυνας 05/6/1985-26/71985
Υπουργός Εθνικής Αμυνας 26/7/1985-25/4/1986.
Πρόεδρος Κυβέρνησης 18/6/1989-02/7/1989.
Πρόεδρος Κυβέρνησης 13/10/1993 15/1/1996.
https://www.alithia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου