Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, επειδή το μείζον
πρόβλημα της χώρας είναι η οικονομική, η δημοσιονομική της κατάσταση και το
Υπουργείο Οικονομικών καλείται να επωμιστεί το βάρος της εφαρμογής του συνόλου
σχεδόν της επείγουσας πολιτικής, θεωρώ ως κοινοβουλευτική και πολιτική μου
υποχρέωση να σχολιάσω τα όσα άκουσα τις τρεις μέρες, κατά τις οποίες διεξάγεται
η συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων, γιατί πρέπει να ξέρει η Βουλή που
σε λίγο θα ψηφίσει πώς προσέλαβα κι εγώ ως αρμόδιος Υπουργός και χειριστής των
θεμάτων τα όσα ειπώθηκαν στην Αίθουσα αυτή.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η συγκρότηση της
Κυβέρνησης Παπαδήμου είναι μία μεγάλη πολιτική πρωτοβουλία, είναι μία μεγάλη
πολιτική αλλαγή, είναι, όπως είπα και χθες, ένα παράθυρο ευκαιρίας για τη χώρα.
Δεν χρειάζεται να είμαστε ούτε αμήχανοι ούτε επαμφοτερίζοντες όταν καλούμαστε
να τοποθετηθούμε απέναντι στο σχηματισμό της νέας Κυβέρνησης και την αποστολή
που αυτή καλείται να εκπληρώσει.
Εκλαμβάνω την παραμονή μου στη θέση του Αντιπροέδρου
της Κυβέρνησης και του Υπουργού των Οικονομικών, ως εντολή της Βουλής και των
κομμάτων που στηρίζουν την Κυβέρνηση να θέσω όλες μου τις δυνάμεις στη διάθεση
του Πρωθυπουργού και να λειτουργήσω σε απόλυτο συντονισμό μαζί του, προκειμένου
να εφαρμόσουμε όλα αυτά που προκύπτουν από την απόφαση της 26ης Οκτωβρίου, από
μία απόφαση όμως που, όπως σας είπα και στην αρχική μου αγόρευση, δεν είναι
ούτε τυχαία ούτε ουδέτερη. Δεν προέκυψε εύκολα. Ήταν προϊόν πολύ σκληρής,
λεπτής, επώδυνης και ριψοκίνδυνης διαπραγμάτευσης που έγινε υπό πολύ σκληρές
συνθήκες με συγκεκριμένο τρόπο από ανθρώπους που έχουν ονοματεπώνυμο.
Η απόφαση αυτή έχει ένα περιεχόμενο πολιτικό και
ουσιαστικό, δηλαδή συνεπάγεται την ανάγκη να ληφθούν πολύ συγκεκριμένα μέτρα,
να εφαρμοστούν καλά στοχευμένες πολιτικές, ενώ η απόφαση αυτή θεμελιώνεται σ’
ένα υπόβαθρο μέτρων, πρωτοβουλιών, δράσεων και δεσμεύσεων χωρίς τις οποίες δεν
μπορεί να υπάρξει, δηλαδή δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Έχει λοιπόν πάρα πολύ
μεγάλη σημασία να διαφυλάξουμε το χαρακτήρα αυτής της Κυβέρνησης και να
υποστηρίξουμε με καλή προαίρεση, ειλικρινά και απροκατάληπτα, τις ενέργειές
της.
Έγινε πολύ μεγάλη συζήτηση για το πώς πρέπει να
χαρακτηριστεί η Κυβέρνηση αυτή. Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η Κυβέρνηση προς
την οποία θα παρασχεθεί σε λίγο η εμπιστοσύνη της Βουλής είναι η κατά το
Σύνταγμα Κυβέρνηση της χώρας. Σύμφωνα λοιπόν με το άρθρο 82 του Συντάγματος, η
Κυβέρνηση αυτή έχει την αρμοδιότητα να καθορίζει και να κατευθύνει τη γενική
πολιτική της χώρας, βεβαίως με σεβασμό στη βούληση της Βουλής, από την
εμπιστοσύνη της οποίας εξαρτάται και προς την οποία απολογείται. Αλλά δεν
υπάρχει κενό εξουσίας, δεν υπάρχει κενό πολιτικής, δεν υπάρχει κενό
αρμοδιότητας, δεν υπάρχει κενό ευθύνης.
Η δεύτερη παρατήρησή μου αφορά ένα τεχνητό και μη
υφιστάμενο κατά τη γνώμη μου δίλημμα που ανεφάνη, κατά τη διάρκεια της
συζήτησης αυτής, ενώ κατά τη γνώμη μου θα μπορούσε να αποφευχθεί αυτό.
Πιστεύει πράγματι κάποιος στην Αίθουσα αυτή ότι
εξακολουθεί να ισχύει η διάκριση μεταξύ δήθεν καλών και δήθεν κακών;
Υπάρχει κανείς στην Αίθουσα αυτή που πιστεύει ότι
μπορούμε να ταξινομηθούμε σε οπαδούς της ανάπτυξης και σε οπαδούς της ύφεσης;
Υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι εδώ μέσα
διακρινόμαστε σε οπαδούς της σκληρής και σε οπαδούς της ήπιας φορολογικής
πολιτικής;
Υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι μεταξύ των
κοινοβουλευτικών υποστηρικτών της Κυβέρνησης αυτής υπάρχουν οι εκπρόσωποι της
κοινωνικής ευαισθησίας και οι εκπρόσωποι της κοινωνικής αναλγησίας;
Προφανώς αυτό δεν ισχύει. Η χώρα έχει βρεθεί σε
δραματικό δημοσιονομικό, οικονομικό, κοινωνικό και θεσμικό κίνδυνο και
προκειμένου να καλυφθούν κατεπείγουσες, ζωτικές, υπαρξιακές ανάγκες
χρηματοδότησης, συνάψαμε συμβάσεις και αναλάβαμε υποχρεώσεις, οι οποίες έπρεπε
οπωσδήποτε να αναληφθούν για να λυθούν τα προβλήματα των πολιτών. Τα σημερινά
δημοσιεύματα και τα σημερινά ερωτήματα «εάν θα καταβληθούν εμπροθέσμως και
πλήρως οι μισθοί και οι συντάξεις» είναι χαρακτηριστικά αυτού του προβλήματος.
Θέλω λοιπόν να σας διαβεβαιώσω ότι ναι, οι μισθοί
του Δημοσίου και οι συντάξεις από το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία θα
καταβληθούν εμπροθέσμως και πλήρως, αλλά για να συμβεί αυτό, πρέπει τα
διαθέσιμα του ελληνικού δημοσίου να επαρκούν. Πρέπει να μπορούμε να καλύψουμε
τις ταμειακές μας ανάγκες, άρα πρέπει να κάνουμε όλα όσα απαιτούνται
προκειμένου να μας καταβληθεί εμπροθέσμως η περιβόητη έκτη δόση ως προοίμιο για
την έναρξη, το ταχύτερο δυνατό, της διαπραγμάτευσης γύρω από το νέο πρόγραμμα
προκειμένου η Βουλή των Ελλήνων να ψηφίσει σε λίγες μέρες τον Προϋπολογισμό του
2012 και μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 2012 να ψηφίσει τη νέα δανειακή σύμβαση
που θα ενσωματώνει το νέο πρόγραμμα. Το νέο πρόγραμμα δεν είναι τίποτε άλλο
παρά η φυσική συνέχεια της πέμπτης αναθεώρησης του αρχικού προγράμματος που
συνιστά υποχρέωση και δέσμευση της χώρας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η δημοσιονομική
προσαρμογή μάς επιβλήθηκε να γίνει μέσα σε ταχύ χρόνο με πάρα πολύ σκληρούς
όρους. Αν μπορούσαμε να χρηματοδοτήσουμε μόνοι μας τη δημοσιονομική μας πορεία
από το 2009 έως το 2014, θα μπορούσαμε να συζητήσουμε και να κάνουμε άλλες
επιλογές. Πράγματι υπήρξαν μακροοικονομικές προγνώσεις που διαψεύστηκαν, με
κορυφαίο παράδειγμα το βάθος της ύφεσης και οι δημοσιονομικοί στόχοι και οι
στόχοι για την επάνοδο στις αγορές απεδείχθησαν υπεραισιόδοξοι. Αλλά πρόκειται για καταστάσεις αναγκαστικές,
πρόκειται για συμφωνίες που απορρέουν από ένα συγκεκριμένο συσχετισμό δυνάμεων.
Εμείς πρέπει να σταθμίσουμε ποιο συμφέρον είναι πιο ζωτικό, τι προτάσσεται, τι
επείγει, τι απάντηση πρέπει να δώσουμε στον απλό πολίτη της χώρας αυτής που
θέλει να ξέρει ότι η χώρα υπάρχει, η οικονομία υπάρχει, το τραπεζικό σύστημα
υπάρχει, ο μισθός του υπάρχει, η σύνταξή του υπάρχει, το ασφαλιστικό του ταμείο
υπάρχει. Τόσο απλά, τόσο βασικά.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ξεκινήσαμε από ένα πρωτογενές
έλλειμμα 24 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2009 και ο Προϋπολογισμός του 2011 κλείνει
με πρωτογενές έλλειμμα σχεδόν 4 δισεκατομμυρίων ευρώ. Πρόκειται για μία
δημοσιονομική προσαρμογή κολοσσιαία, πιεστική που βεβαίως εντείνει την ύφεση,
που γίνεται υπό συνθήκες ύφεσης και με αυξημένο κόστος εξυπηρέτησης του
δημοσίου χρέους από το 2008 μέχρι φέτος, αλλά το δημοσιονομικό αποτέλεσμα
υπάρχει και αυτό το δημοσιονομικό αποτέλεσμα ήταν το κεντρικό μας επιχείρημα
στη διαπραγμάτευση για την απόφαση της 26ης Οκτωβρίου.
Έχει, επίσης, πάρα πολύ μεγάλη σημασία να έχουμε
συνεννοηθεί με ειλικρίνεια και εντιμότητα μεταξύ μας και εμείς όλοι με τον
ελληνικό λαό. Το κείμενο των προγραμματικών δηλώσεων που ανέγνωσε ο
Πρωθυπουργός συνιστά μία εθνική, πολιτική συμφωνία. Το κείμενο των προγραμματικών
δηλώσεων αποτυπώνει συμφωνία και δέσμευση των κομμάτων που στηρίζουν και
ψηφίζουν την Κυβέρνηση. Το κείμενο των προγραμματικών δηλώσεων είναι και μια
εθνική κοινωνική συμφωνία της Βουλής των Ελλήνων, του πολιτικού συστήματος με
την ελληνική κοινωνία και τις ελληνικές παραγωγικές δυνάμεις. Γιατί η εφαρμογή
της πολιτικής της 26ης Οκτωβρίου είναι ό,τι καλύτερο και ό,τι σημαντικότερο,
ό,τι πιο πρακτικό και άμεσο μπορούμε να κάνουμε για την αγορά, για την ανάσχεση
της ανεργίας, για την ενίσχυση της απασχόλησης, για τη στήριξη των
επιχειρήσεων.
Γι’
αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία να συνεχίσουμε όλες μας τις προσπάθειες με
κορυφαίες αυτές που έχουν ηθικό περιεχόμενο, όπως η καταπολέμηση της
φοροδιαφυγής, η χρήση της διαδικασίας του αυτοφώρου για μεγάλους οφειλέτες προς
το Δημόσιο, για την αποκάλυψη των ονομάτων των μεγάλων οφειλετών και αυτών που
εξήγαγαν στο εξωτερικό ποσά μη δικαιολογούμενα από το εισόδημα και την
περιουσία τους. Όταν, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, δημοσιευθούν, με άδεια της
Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, οι κατάλογοι αυτοί πολλοί θα
μείνουν άφωνοι. Γιατί είναι πολλοί αυτοί που κουνούν το δάκτυλο στον ελληνικό
λαό, μιλούν στο όνομά του και υποδεικνύουν λύσεις στο πολιτικό σύστημα, ενώ οι
ίδιοι δεν υποστήριξαν με αυτόν τον απλό τρόπο της διατήρησης των καταθέσεών
τους, τη λειτουργία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και άρα τη
χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων και της απασχόλησης.
Θα
ξαναγνωριστούμε όλοι, όπως είπα χθες, αρχής γενομένης από τη συγκρότηση της
Κυβέρνησης αυτής. Το γεγονός ότι τους επόμενους μήνες, τις επόμενες εβδομάδες
θα ανασυγκροτηθεί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα πάνω σε υγιείς και ισχυρές
κεφαλαιακές βάσεις είναι μια νέα ουσιώδης ελπιδοφόρα αφετηρία για την ελληνική
πραγματική οικονομία. Και, όπως τόνισε και ο Πρωθυπουργός στις προγραμματικές
δηλώσεις, η υφιστάμενη νομοθεσία που ψηφίσαμε εδώ πριν από 5 εβδομάδες είναι
απολύτως σαφής.
Εφόσον
οι ιδιώτες παλαιοί μέτοχοι δεν καλύπτουν την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και
δεν προσέρχονται νέα ιδιωτικά κεφάλαια, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης,
κάνοντας χρήση ευρωπαϊκών κεφαλαίων, εισέρχεται ως μέτοχος με κοινές μετοχές
τις οποίες είναι υποχρεωμένο στη συνέχεια να διαθέσει μέσα σε δύο το αργότερο
χρόνια σε εύλογο τίμημα. Και αυτό συνεπάγεται ελάφρυνση του βάρους του δημοσίου
και πιθανό όφελος του δημόσιου ταμείου μέσα απ’ αυτή τη διαχειριστική πράξη,
όπως απεδείχθη σε άλλες χώρες όπως, είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
Είναι,
επίσης, προφανές ότι η Βουλή όχι απλώς και μόνο θα λάβει γνώση της δανειακής
σύμβασης, που έχω την εντολή σας να υπογράψω αναφερόμενος στις ουσιώδεις
πολιτικές δεσμεύσεις της χώρας που ενσωματώνονται στη δανειακή σύμβαση, αλλά η
σύμβαση αυτή θα κυρωθεί και θα καταστεί νόμος του κράτους με μια εντυπωσιακή
πλειοψηφία που πρακτικά θα υπερβαίνει τα 4/5 του συνόλου των Βουλευτών.
Η
Βουλή αυτή, επίσης, θα διαμορφώσει το νομικό και χρηματοοικονομικό πλαίσιο,
μέσα στο οποίο θα διεξαχθεί η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη μακροπρόθεσμη
βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους. Το περιβόητο PSI+, σε εκτέλεση της απόφασης του
Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Οκτωβρίου, θα διεξαχθεί με απολύτως διαφανή τρόπο, εν
γνώσει της Βουλής των Ελλήνων και όπου χρειαστούν νομοθετικές ρυθμίσεις αυτές
θα γίνουν από τη Βουλή των Ελλήνων.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, άκουσα πάρα πολλές παρατηρήσεις και έχω πλήρη συνείδηση
των δυσκολιών, των αδικιών, των αντιφάσεων, των αρρυθμιών. Ανέλαβα μια αποστολή
πριν από τεσσεράμισι μήνες. Η αποστολή αυτή τώρα γίνεται πολύ βαρύτερη, πολύ
σημαντικότερη. Στο δικό μου επίπεδο, αυτό του Υπουργού των Οικονομικών, θα κάνω
όλα όσα πρέπει, όπως πρέπει, το ταχύτερο, με την αποτελεσματικότητα και την
αποφασιστικότητα που επιβάλλουν οι περιστάσεις. Και όπου μπορούμε να απαλύνουμε
καταστάσεις, όπου μπορούμε να άρουμε αδικίες, όπου μπορούμε να εκδηλώσουμε τη
δική μας κοινωνική αίσθηση ευαισθησίας και να στηρίξουμε τη συνοχή της
κοινωνίας, αυτό να μην αμφιβάλλετε καθόλου ότι θα το κάνουμε.
Παραβιάζει
ανοιχτές θύρες όποιος κάνει συστάσεις στην Κυβέρνηση, στον Πρωθυπουργό και τον
Υπουργό Οικονομικών. Πρώτοι εμείς θέλουμε να διορθώσουμε λάθη, να θεραπεύσουμε
αδικίες, να καλύψουμε κενά. Και αυτό αφορά και το ειδικό τέλος επί των ακινήτων
που εισπράττεται μέσω της ΔΕΗ, αφορά και πολλές άλλες ρυθμίσεις. Γιατί η μεγάλη
αδικία είναι αυτή καθ’ εαυτή η διάρθρωση του ελληνικού φορολογικού συστήματος
που είναι κατ’ όνομα «σύστημα». Είναι, όπως έχω πει κατ’ επανάληψη, μια
απαράδεκτη, προσβλητική, «χύμα» κατάσταση, η οποία πρέπει να μετατραπεί σε
σύστημα. Γιατί όταν σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, μόνο 25.000 άτομα δηλώνουν φόρο
εισοδήματος άνω των 100.000 ευρώ, τότε είμαστε μέσα σε μια συνθήκη ψεύδους και
ανυποληψίας που δεν αντέχει ο λαός, δεν αντέχει η κοινωνία.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, έχουμε μπροστά μας ένα συμφωνημένο χρονοδιάγραμμα, ένα
συμφωνημένο κατάλογο ενεργειών. Κάθε μέρα πρέπει να κάνουμε κάτι πάρα πολύ
σοβαρό. Αρχής γενομένης από τη μεθαυριανή μέρα που θα καταθέσω στη Βουλή των
Ελλήνων το σχέδιο του προϋπολογισμού του 2012.
Η
Ευρώπη βρίσκεται με το βήμα της μετέωρο. Στην πραγματικότητα ζούμε τη θεσμική,
την πολιτική, τη δημοσιονομική, την οικονομική, δυστυχώς και τη νομισματική
αμηχανία της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τώρα, εμείς δεν έχουμε ίσως
το δικαίωμα να διατυπώνουμε γενικότερα τις συμβουλές και τις παραινέσεις μας
για το μέλλον της Ευρωζώνης. Μπορούμε, όμως, αποκαθιστώντας τη δημοσιονομική
μας ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια να συμβάλλουμε αποφασιστικά σε μια άλλη
αντίληψη για την Ευρώπη, ως ήπειρο πολιτισμού, ως ήπειρο ανάπτυξης και
ποιότητας. Γιατί δυοίν θάτερον: ή η
Ευρώπη θα προχωρήσει κάνοντας αυτό που δεν έκανε, δηλαδή, τα βήματα προς τη
θεσμική ολοκλήρωσή της, ή θα αναγκαστεί να υποστεί τις συνέπειες μιας
περιδίνησης χωρίς τέλος. Πρέπει να σπάσουμε και τον ευρωπαϊκό φαύλο κύκλο και
μπορούμε να τον σπάσουμε με μια οργανωμένη, θαρραλέα φυγή προς τα εμπρός.
Κυρίες
και κύριοι συνάδελφοι, έχουμε εδώ μέσα όλοι, ακόμα και όταν δεν το ομολογούμε,
πλήρη συνείδηση της κατάστασης. Γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει άλλη συγκροτημένη
και υπεύθυνη πολιτική πρόταση. Μπορεί κάποιοι να θέλουν μια πολιτική έξω από
την Ευρώπη, αλλά αυτή δεν είναι διατυπωμένη κατά τρόπο ολοκληρωμένο και
υπεύθυνο. Μπορεί κάποιοι να θέλουν -και είναι πολλοί αυτοί- μια άλλη Ευρώπη,
μια διαφορετική αντίληψη για το πως πρέπει να λειτουργούν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί.
Αλλά και αυτό πρέπει να προκύψει μέσα από την αλλαγή του συσχετισμού των
δυνάμεων. Και αυτό δεν είναι ούτε απλό, ούτε εύκολο.
Ως
τότε και προς τα εκεί, εμείς πρέπει να
κάνουμε το θεμελιώδες εθνικό μας καθήκον: Πρέπει να σώσουμε τη χώρα, πρέπει να
ανορθώσουμε τη χώρα, πρέπει να ανακτήσουμε την αξιοπρέπεια της χώρας, πρέπει να
δώσουμε ξανά στον Έλληνα πολίτη το δικαίωμα να αισιοδοξεί και να ελπίζει.
Ευχαριστώ.
-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου