Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι, όπως είχα την
ευκαιρία να πω και προηγουμένως στο συμβολικό κόψιμο της βασιλόπιτας της
νέας χρονιάς, χαίρομαι που σας βλέπω όλες και όλους. Σας ευχαριστώ
γιατί ήρθατε σήμερα εδώ.
Χαίρομαι γιατί βρισκόμαστε εδώ σήμερα όλο το στελεχικό δυναμικό της
Παράταξης, τα μέλη της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής και των Τομέων, οι
Βουλευτές μας φυσικά, οι Ευρωβουλευτές, οι εκπρόσωποι της Νεολαίας, οι
Νομαρχιακές μας Επιτροπές.
Γνωρίζετε, ότι λίγο πριν το τέλος της χρονιάς συνεδρίασε η Κεντρική
Πολιτική Επιτροπή και κατέληξε σε μια πολύ σημαντική απόφαση για την
πορεία της Παράταξης τους επόμενους μήνες. Το οργανωτικό μέρος της
απόφασης αυτής περιλαμβάνει τη συγκρότηση, τριών βασικών Επιτροπών:
μιας Επιτροπής για το συντονισμό των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών,
μιας Επιτροπής για τη συνεργασία μας στις ευρωεκλογές,
μιας Επιτροπής που θα συντονίσει σε νομαρχιακό επίπεδο και σε
περιφερειακό βέβαια τις Επιτροπές κοινωνικής και πολιτικής δράσης που
συγκροτούνται.
Έχουμε τέσσερις μήνες για τις ευρωπαϊκές, τις δημοτικές και
περιφερειακές εκλογές. Οι τέσσερις μήνες είναι όπως είπα και οι μήνες
της Ελληνικής Προεδρίας στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι μήνες
στους οποίους κρίνεται η στροφή, η οριστική στροφή της χώρας προς την
έξοδο από το Μνημόνιο και την κρίση.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία η ενεργοποίηση του κομματικού μηχανισμού του
ΠΑΣΟΚ, η αξιοποίηση του δυναμικού του Κόμματος και της Παράταξης.
Έχουμε πολλά αισιόδοξα μηνύματα, πολλούς θετικούς οιωνούς που δεν
βασίζονται σε εκτιμήσεις και δημοσκοπήσεις, αλλά σε πραγματικά
αποτελέσματα δεκάδων εκλογικών διαδικασιών σε συνδικαλιστικές Οργανώσεις
όλων των επιπέδων, σε Επιμελητήρια, σε επιστημονικούς και άλλους
Συλλόγους.
Και βέβαια έχουμε τώρα εμφανή την παρουσία μας, την πολύ μεγάλη
παρουσία μας στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στους Δήμους και τις Περιφέρειες.
Ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν αναδεικνύεται λόγω των εκλογών,
αναδεικνύεται λόγω της σημασίας που έχει η Τοπική Αυτοδιοίκηση για τη
διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής και για την αντιμετώπιση των πρακτικών
επιπτώσεων της κρίσης σε ατομικό και οικογενειακό επίπεδο.
Είμαστε πραγματικά υπερήφανοι για την παρουσία των στελεχών του ΠΑΣΟΚ
και στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των δύο βαθμών και στο χώρο
φυσικά του Συνδικαλιστικού, Συνεταιριστικού, Επιστημονικού και
Επαγγελματικού Κινήματος.
Για να μπορέσουμε όμως να συγκροτήσουμε τις Επιτροπές αυτές δίνοντάς
τους όχι μόνο οργανωτική υπόσταση αλλά και πολιτική κατεύθυνση, είναι
καλό να συνεννοηθούμε μεταξύ μας αλλά και με τους πολίτες που μας ακούν,
γύρω από την κατάσταση της χώρας. Και θέλω, φίλες και φίλοι, να είμαστε
απόλυτα ειλικρινής μιλώντας και σε εσάς και στους πολίτες για το πώς
αντιλαμβάνομαι την κατάσταση της χώρας.
Η κατάσταση της χώρας είναι δυστυχώς ζοφερή και επικίνδυνη. Γιατί
βιώνουμε μια εντυπωσιακή και από ένα σημείο και μετά αδικαιολόγητη
αντίφαση: η χώρα, με χίλιους κόπους και βάσανα, με τον ιδρώτα και τον
κόπο του ελληνικού λαού, με τις θυσίες των ελληνικών οικογενειών
ετοιμάζεται να κερδίσει το στοίχημα της οικονομίας και της οριστικής
εξόδου από το Μνημόνιο και την κρίση. Φάγαμε πραγματικά τον γάιδαρο,
όπως είπα χτες στο Πολιτικό Συμβούλιο και μας έμεινε η ουρά του. Η ουρά
του είναι βέβαια δύσκολη, έχει τους δικούς της μεγάλους κινδύνους, αλλά
είναι κρίμα από το Θεό να μην κεφαλαιοποιήσουμε και να μην αξιοποιήσουμε
όλη αυτή την τεράστια προσπάθεια που έγινε, με εντυπωσιακά
αποτελέσματα.
Ενώ ετοιμαζόμαστε να κερδίσουμε το στοίχημα της οικονομίας και της
εξόδου από την κρίση και το Μνημόνιο, κινδυνεύουμε να χάσουμε το
κοινωνικό, θεσμικό και εθνικό στοίχημα. Γιατί ακυρώνονται διαρκώς με
πάθος από τη μεριά της αντιπολίτευσης, αλλά όχι μόνο της πολιτικής
αντιπολίτευσης και από τη μεριά συγκεκριμένων κοινωνικών θυλάκων, οι
στοιχειώδεις προϋποθέσεις πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης.
Η Κυβέρνηση και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία που συγκροτείται από τα
δυο συνεργαζόμενα Κόμματα, αγωνίζεται. Αγωνίζεται με δυσκολίες γιατί
υπάρχει μια διαρκής ενδοκυβερνητική διαπραγμάτευση ανάμεσα στα δυο
Κόμματα. Υπάρχουν διαφορετικές ευαισθησίες, διαφορετικές προτεραιότητες,
διαφορετικές επιμονές.Υπάρχουν λάθη, υπάρχουν παραλείψεις, υπάρχουν
υστερήσεις. Η Κυβέρνηση αγωνίζεται ταυτόχρονα και στο εσωτερικό πεδίο
αλλά και προς τα έξω διαπραγματευόμενη σκληρά, με δύσκολους εταίρους και
συνομιλητές στο εξωτερικό. Η Κυβέρνηση και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία
με τις δυσκολίες τους, τις αντιφάσεις τους, τα προβλήματά τους
αγωνιζόμαστε.
Το ΠΑΣΟΚ αγωνίζεται. Κουβαλάει το βάρος της χώρας και του στρατηγικού
προσανατολισμού της. Η αντιπολίτευση όμως συνολικά επενδύει ανοιχτά
στην αποτυχία της χώρας και στην εξανέμιση των θυσιών του ελληνικού
λαού. Δεν κατανοεί, ή ακόμη χειρότερα υποδύεται ότι δεν κατανοεί τι
συμβαίνει στην Ευρώπη και διεθνώς και τι είναι αυτό που παίζεται σε
σχέση με την Ελλάδα τώρα, που έχουμε εμφανίσει αυτά τα εντυπωσιακά
αποτελέσματα και έχει καταβάλλει ο ελληνικός λαός το τίμημα της κρίσης
και της προσπάθειας υπέρβασης της κρίσης, γιατί όπως είπα και στην
Κεντρική Πολιτική Επιτροπή, πολλοί νομίζουν ότι η κρίση άρχισε το 2010
με την εφαρμογή των μέτρων αντιμετώπισης και υπέρβασης της κρίσης.
Μα η κρίση κορυφώθηκε στο τέλος του 2009. Η χώρα οδηγήθηκε με την
πλάτη στον τοίχο σε απόλυτο αδιέξοδο. Και από το 2010 άρχισαν να
φαίνονται αφ' ενός μεν οι δραματικές επιπτώσεις της κρίσης, αφ' ετέρου
δε οι πρόσθετες επιπτώσεις του σχεδίου που αναγκαστήκαμε να εφαρμόσουμε
για την αντιμετώπιση και την υπέρβαση της κρίσης γιατί δεν υπήρχε και
δεν υπάρχει άλλο σχέδιο ανώδυνο, φιλικό, εύκολο.
Τι θέλουμε τώρα από τους έξω, από την τρόικα, τις Κυβερνήσεις της
Ευρώπης, τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τις
διεθνείς αγορές; Τι είναι αυτό που προσπάθησα κι εγώ στο πρόσφατο μεγάλο
ταξίδι μου να πω στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες, στην Ουάσιγκτον;
Θέλουμε, πρώτον, αναγνώριση, κανονική όμως, ειλικρινή, των θυσιών και
των επιτευγμάτων του ελληνικού λαού. Θέλουμε να γίνει κατανοητό όχι με
πολιτικές χάρες, αλλά με πολιτική οξυδέρκεια για το μέλλον της Ευρώπης
ότι η Ελλάδα πραγματικά είναι έτοιμη να βγει από το Μνημόνιο, από τις
ειδικές αυτές συνθήκες στις οποίες βρίσκεται και να επανέλθει στην
κανονικότητα, μιας χώρας μέλους της Ευρωζώνης.
Οι χώρες της Ευρωζώνης βρίσκονται μέσα σε ένα θεσμικό πλαίσιο
αλληλοεπιτήρησης, αναμφίβολα. Υπάρχουν προϋποθέσεις, κανόνες,
διαδικασίες, έλεγχοι. Αυτοί οι κανόνες δεν λειτούργησαν μέχρι το 2009.
Γι' αυτό υπάρχει ευθύνη των ευρωπαϊκών θεσμών των Ευρωπαίων εταίρων, του
διεθνούς συστήματος. Και αν λειτούργησαν, λειτούργησαν χαμηλόφωνα, δεν
έφτασαν στα αυτιά των ίδιων των λαών και των κοινωνιών και πιο
συγκεκριμένα στα αυτιά του ελληνικού λαού, που καλείται να διαχειριστεί
τις συνέπειες της κρίσης, αλλά δεν προειδοποιήθηκε έγκαιρα και καθαρά
για το μέγεθος της κρίσης.
Δεν θέλω να μιλήσω σήμερα για τα τεχνικά χαρακτηριστικά, για το πόσο
εφικτή είναι η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους, για το πώς όλα
εξαρτώνται από αυτό. Η συζήτηση για το δημοσιονομικό κενό, για το
χρηματοδοτικό κενό, όλα αυτά έχουν συζητηθεί, είναι πάνω στο τραπέζι,
υπάρχουν λύσεις υπάρχουν απαντήσεις.
Ξέρουμε ότι η αλληλεγγύη της Ευρώπης παρέχεται, αλλά παρέχεται με
πολύ σκληρούς όρους, ιδεολογικούς, πολιτικούς και οικονομικούς γιατί το
διακύβευμα είναι μεγάλο, γιατί η βοήθεια που χρειάστηκε η Ελλάδα είναι
μοναδική σε ύψος διεθνώς. Καμία χώρα ούτε στην Ευρώπη ούτε σε άλλη
περιοχή του κόσμου δεν χρειάστηκε τόση βοήθεια, γιατί το μέγεθος της
οικονομίας μας είναι μεγάλο, γιατί ο εθνικός πλούτος είναι μεγάλος.
Γιατί η Ελλάδα, παρά την κρίση και μετά την κρίση, ανήκει πάντα στις
30 περίπου μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Έχει πολύ μεγάλη σημασία
οι εταίροι μας να αντιληφθούν τι είναι αυτό που έγινε και πόσο σημαντικό
είναι και γι' αυτούς η Ελλάδα να ολοκληρώσει με επιτυχία αυτή την
πορεία. Γιατί εδώ, στην Ελλάδα, βρίσκεται το εργαστήριο όχι μόνο του
μέλλοντος του δικού μας, αλλά και του μέλλοντος της Ευρώπης και της
Ευρωζώνης.
Μέσα όμως, ενώ δίνουμε αυτή τη μάχη στο εξωτερικό, ζούμε μια τελείως
διαφορετική πολιτική κατάσταση, γεμάτη από ένταση, πρώιμη αλαζονεία νέων
ή παλαιών φορέων που περνούν τώρα την περίοδο του μικρομεγαλισμού τους,
μια εμμονική διεκδίκηση της εξουσίας λες και η κατάληψη και η άσκηση
της εξουσίας είναι αυτοσκοπός, ανεξάρτητα από την ουσία του πολιτικού
προτάγματος και του προγράμματος. Βλέπουμε να υπάρχει μια, χωρίς
αντικείμενο και χωρίς τέλος, στρατηγική εφόδου για εσωτερική κατανάλωση.
Το δημόσιο περιβάλλον είναι ιδιαίτερα επιβαρημένο. Αναβιώνει η
συζήτηση για την τρομοκρατία, για ζητήματα ασφάλειας, ενώ η Ελλάδα είχε
καταγράψει στα μέσα της δεκαετίας του 2000 διεθνώς εντυπωσιακές
επιτυχίες στον τομέα αυτό. Ανακυκλώνεται η συζήτηση γύρω από σκάνδαλα
υπαρκτά σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό δυστυχώς, γύρω από δωροδοκίες, από
μίζες.
Αυτή η συζήτηση είναι μια συζήτηση που πληγώνει κατάκαρδα το πολιτικό
σύστημα και ιδίως το ΠΑΣΟΚ. Γιατί δυστυχώς έχουμε ιστορικές, θεσμικές
ευθύνες γιατί εκθρέψαμε μια κατηγορία στελεχών μας, που άσκησε εξουσία
που πάτησε πάνω στις πλάτες των μελών, των φίλων και των ψηφοφόρων του
ΠΑΣΟΚ, και όχι απλώς δεν τίμησε, αλλά ατίμασε ευθέως το ρόλο του
δημόσιου λειτουργού που είναι τεταγμένος στην προστασία του δημοσίου
συμφέροντος.
Στηρίζουμε και επαινούμε τις πρωτοβουλίες της Δικαιοσύνης στον τομέα
αυτό, αλλά όλα αυτά θα έπρεπε να κινηθούν πολύ πιο γρήγορα και πολύ πιο
αποτελεσματικά, γιατί οι περισσότερες κρίσιμες πληροφορίες είναι γνωστές
εδώ και πάρα πολύ καιρό, εδώ και χρόνια.
Αυτό οδηγεί στην ισοπέδωση, στη γενίκευση της καχυποψίας, σε μια
ανασφάλεια όλων των επιπέδων: από το απλό αστυνομικό επίπεδο μέχρι το
επίπεδο φυσικά του μέλλοντος των θεσμών. Δίνουμε συνεχώς τροφή στο
φασισμό, την ξενοφοβία, το ρατσισμό, αναπτύσσονται μορφές θεσμικού
λαϊκισμού.
Υπεύθυνοι για τη λειτουργία της δημοκρατίας και του κράτους Δικαίου
χάνουν συχνά την αίσθηση του μέτρου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να
δημιουργείται η εντύπωση μιας ηθικής αμφισβήτησης πάντων κατά πάντων και
σε αυτά έρχεται η ισοπέδωση της αντιμνημονιακής ευκολίας, της
συνωμοσιολογίας και της απλούστευσης. Έρχεται ο οχετός ανώνυμων
χυδαιοτήτων, στο διαδίκτυο που είναι ένα επίτευγμα της εποχής μας, ένα
μέσω ανυπολόγιστης αξίας αλλά ταυτόχρονα κάποιοι το διαστρέφουν και το
χρησιμοποιούν για την παραφθορά των θεσμών.
Αναπτύσσονται φαινόμενα φασίζοντα, το φαινόμενο ενός ηθικού και
κοινωνικού κανιβαλισμού και αυτό τελικά οδηγεί σε μια έλλειψη εθνικής
αυτοπεποίθησης, στην αίσθηση μιας εχθρικής περικύκλωσης της χώρας, μιας
διεθνούς συνωμοσίας η οποία στρέφεται εναντίον μας.
Χάνουμε πολύ συχνά τις προτεραιότητες και την ουσία των πραγμάτων και
αναμφίβολα γι' αυτή την κατάσταση, την αντιφατική και δύσκολη
κατάσταση, ευθύνεται η εκάστοτε Κυβέρνηση. Αλλά δεν ευθύνεται η
αντιπολίτευση; Δεν ευθύνεται η Δικαιοσύνη; Δεν ευθύνεται η Διοίκηση με
τους λειτουργούς της που διεκδικεί την αυτονομία της σε σχέση με την
εκάστοτε Κυβέρνηση; Δεν ευθύνονται οι ανεξάρτητες Αρχές; Τα Μέσα
Ενημέρωσης και όσοι έχουν πρόσβαση σε αυτά; Δεν ευθύνονται οι εκπρόσωποι
του ακαδημαϊκού κόσμου και της διανόησης; Δεν ευθύνεται η Εκκλησία με
το δικό της λόγο; Δεν ευθύνεται ο λεγόμενος επιχειρηματικός κόσμος που
πρέπει ν’ ασχοληθεί με το κύριο αντικείμενό του που είναι η παραγωγή, η
ανταγωνιστικότητα, η απασχόληση;
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπονομεύονται εθνικές κατακτήσεις αλλά και
εθνικές επιδιώξεις. Γιατί, ας μη λέμε ψέματα μεταξύ μας, οι συνθήκες
αυτές δυσκολεύουν πάρα πολύ την αποτελεσματική άσκηση και ολοκλήρωση της
Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι μια
εξαιρετική ευκαιρία να δείξει διεθνώς η Ελλάδα το κανονικό πρόσωπο μιας
χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι συνεχώς το πρόσωπο μιας χώρας
σε ειδικό καθεστώς της Ελλάδας της κρίσης.
Τι νόημα έχει η συζήτηση για το εντυπωσιακό επίτευγμα του πρωτογενούς
πλεονάσματος που μας επιτρέπει να ικανοποιήσουμε επιτακτικές ανάγκες
ευπαθών κοινωνικών ομάδων όπως οι ανάπηροι για παράδειγμα, όταν
αμφισβητείται το επίτευγμα αυτό στο εσωτερικό της χώρας, όταν κάποιοι
κλαίνε επειδή η χώρα μπορεί διεθνώς να εμφανίσει πρωτογενές πλεόνασμα;
Τι σημασία έχει η σκληρή διαπραγμάτευση με την τρόικα και οι επαφές
που κάνουμε, που κάνω κι εγώ ως Υπουργός των Εξωτερικών στο εξωτερικό,
όταν στο εσωτερικό λειτουργεί διαρκώς μια 5η φάλαγγα, η οποία
λυπάται όταν η χώρα έχει επιχειρήματα, όταν η χώρα διεκδικεί την έξοδο
από την κρίση και επιζητεί και αποζητά την παραμονή της Ελλάδας σε μια
κατάσταση εξάρτησης και απελπισίας;
Τι νόημα έχουν οι προσπάθειές μας σε σχέση με τον πλειστηριασμό της
πρώτης κατοικίας; Τι νόημα έχουν όλα τα μέτρα που παίρνουμε για τις
ευπαθείς ομάδες, για την ανεργία, για την αξιοποίηση του ΕΣΠΑ, οι
προσπάθειες να συλληφθεί η φοροδιαφυγή μέσα από δικές μας αναξιοποίητες
νομοθετικές πρωτοβουλίες του 2010 και του 2011 όπως η άρση του
τραπεζικού απορρήτου ή η καταγραφή και ο έλεγχος των εμβασμάτων
εξωτερικού, όταν τα πάντα αμφισβητούνται και δεν υπάρχει κανένας εθνικός
κοινός παρανομαστής;
Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι, ο αγώνας που δίνουμε
είναι τραγικά δύσκολος, αλλά υπαρξιακά αναγκαίος για τη χώρα. Ενώ μας
βρίζουν και μας λοιδορούν γιατί κάποιοι έχουν την πεποίθηση,
ισχυρίζονται δηλαδή λέγοντας ψέματα, ότι έχουν την πεποίθηση, πως θέλαμε
πραγματικά από ένα είδος ταξικού μίσους ν’ αμφισβητήσουμε τα μεγάλα
επιτεύγματα του ΠΑΣΟΚ των δεκαετιών του ’80, του ’90 και του 2000! Ότι
εμείς οι ίδιοι θέλαμε να περικόψουμε μισθούς και συντάξεις και ν’
αμφισβητήσουμε κατακτήσεις της μεταπολίτευσης, αλλά όχι μόνο της
μεταπολίτευσης, και του μεταπολεμικού κράτους στην Ελλάδα, του
μετεμφυλιακού τουλάχιστον κράτους στην Ελλάδα, για να ωφελήσουμε
συμφέροντα της Γερμανίας, της πλουτοκρατίας, των πολυεθνικών! Δεν
θυμάμαι κανείς και δεν τιμά κανείς αυτά που έγιναν τα 40 χρόνια της
μεταπολίτευσης.
Αλλά όλοι αυτοί που το κάνουν αυτό, ζητούν τη διατήρηση των
κεκτημένων της μεταπολίτευσης ή υπόσχονται την επιστροφή σε αυτά τα
κεκτημένα. Μας κατηγορούν, φίλες και φίλοι, ούτε λίγο ούτε πολύ επειδή
δεν αφήσαμε τον τόπο, να ζήσει την εμπειρία της απόλυτης καταστροφής,
οικονομικής, κοινωνικής και θεσμικής.
Γιατί κάποιοι είχαν δει αυτή την περιπέτεια της χώρας ως ευκαιρία να
οδηγηθεί η χώρα στο απόλυτο αδιέξοδο, στην ασύντακτη, όχι μόνον
οικονομική αλλά πολιτική και θεσμική χρεοκοπία για να στήσουν το
πανηγύρι των δικών τους μικροκομματικών σκοπιμοτήτων.
Η χώρα λοιπόν, βίωσε δυστυχώς την κρίση και την προσπάθεια εξόδου από
την κρίση, με τρόπο διαλυτικό και παραλυτικό. Υπάρχει πρόβλημα εθνικού
προσανατολισμού στο οποίο πρέπει να δώσουμε απαντήσεις. Πολλοί νιώθουν
την κρίση και τις θυσίες ως μια προσωπική προσβολή και απογοήτευση και
το καταλαβαίνω αυτό, είναι ψυχολογικά εύκολα εξηγήσιμο.
Υπάρχει σε πολλούς - και αυτοί παλιά είχαν τιμήσει την παράταξή μας
με την ψήφο τους και τη συμμετοχή τους - ένα πένθος για το χαμένο
παράδεισο της μεταπολίτευσης, επειδή έπρεπε να δούμε σε μια βάση
ορθολογική και δίκαιη κάποια πράγματα τα οποία ήταν απολύτως αναγκαία
για ν’ ανασυγκροτηθεί η οικονομία και το κράτος.
Υπάρχει λοιπόν αυτό το πένθος για το χαμένο παράδεισο της
μεταπολίτευσης, την οποία όμως όλοι κατακρίνουν, όλοι λοιδορούν, όλοι
υπονομεύουν, όλοι αμφισβητούν, ενώ είναι αναμφίβολα η ιστορικά καλύτερη
περίοδος της χώρας. Λες και υπάρχει ένα προπατορικό αμάρτημα της
μεταπολίτευσης και όλοι αναρωτιούνται ποιος έδωσε τον απαγορευμένο καρπό
σε ποιον. Όλους ξαφνικά τους απάτησε μια Εύα, που δεν ξέρουμε ποια
είναι.
Η Εύα αυτή, δεν είναι η κοινωνία, δεν είναι ο επιχειρηματικός κόσμος,
δεν είναι το επικοινωνιακό σύστημα, δεν είναι το κράτος με τις δομές
του, είναι τελικά το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ γίνεται η Εύα η οποία έδωσε τον
απαγορευμένο καρπό και τελικά έχει την ευθύνη για την απώλεια του
παραδείσου!!!
Με τέτοιους όρους μόνον γίνεται αντιληπτή η στάση πολλών πολιτών,
πολλών κοινωνικών ομάδων και σύσσωμης της αντιμνημονιακής αντιπολίτευσης
σε σχέση με το τι συμβαίνει στη χώρα. Αυτό οδηγεί σε μια βαθιά κρίση
αντιπροσώπευσης που δεν αφορά μόνο τα κόμματα της κυβέρνησης, αλλά αφορά
όλο το πολιτικό σύστημα, το δήθεν νέο πολιτικό σύστημα.
Υπάρχει κρίση αξιών, γιατί ακόμη η ελληνική κοινωνία δεν έχει
πιστέψει συνολικά, ομόθυμα, σταθερά, οριστικά, στην αξία της εργασίας
μέσα από την οποία παράγεται και διανέμεται δίκαια ο κοινωνικός και
εθνικός πλούτος. Και φυσικά, υπάρχει αυτή η ακατάσχετη στη
συνωμοσιολογία που διαχέεται στο κοινωνικό σώμα, πως δήθεν υπήρχαν
λύσεις χωρίς κόστος και κάποιος έκανε μια κακή επιλογή προδίδοντας τη
χώρα, που θα μπορούσε να συνεχίσει αμέριμνη και ανεπηρέαστη χωρίς
θυσίες.
Εγώ σας λέω ότι πράγματι έγιναν πολύ μεγάλα λάθη. Υπήρξαν εσφαλμένες
εκτιμήσεις, υπήρξαν λανθασμένα διαπραγματευτικά επιχειρήματα. Χάθηκε
χρόνος, δεν ειπώθηκε όλη η αλήθεια στον ελληνικό λαό πριν από τις
εκλογές του 2009. Δεν αντιδράσαμε αμέσως μετά από αυτές. Δε διαμορφώσαμε
τις προϋποθέσεις της πολιτικής συναίνεσης και της συσπείρωσης όλων των
κοινοβουλευτικών δυνάμεων.
Αλλά είναι άλλο πράγμα αυτό, μέσα στην αγωνία ν’ αντιμετωπίσεις μια
πρωτοφανή κρίση και άλλο πράγμα το συλλογικό ψεύδος, η αυταπάτη, ότι
υπήρχε ένα σχέδιο δήθεν το οποίο δεν το βρήκαμε και δεν το εφαρμόσαμε
γιατί θέλαμε να θίξουμε τους Έλληνες και το επίπεδο ζωής τους και θα
μπορούσαμε να έχουμε εφαρμόσει το σχέδιο αυτό, ώστε όλα να είναι
μέλι-γάλα και κανείς να μην έχει κανένα πρόβλημα και να έχουμε βγει από
μια κρίση ελλείμματος, ανταγωνιστικότητας, χρέους, από μια κρίση που
αφορούσε την ίδια τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους, τη σχέση κράτους
και οικονομίας, τη σχέση κράτους και κοινωνίας.
Όλοι λοιπόν, είναι καλοί, κακό είναι το ΠΑΣΟΚ, η κυβέρνηση στην οποία
μετέχει το ΠΑΣΟΚ. Όλοι οι άλλοι, αντιπολίτευση, σχολιαστές,
διανοούμενοι, απόμαχοι πολιτικοί με μεγάλη δράση και κυβερνητικές
ευθύνες στη δεκαετία του ’80, του ’90, του 2000, ακόμη και του 2010,
δημοσιογράφοι, κληρικοί, είναι όλοι αθώοι του αίματος.
Κανείς όμως Έλληνας πολίτης δε χάνει κατά βάθος την ευφυΐα του.
Ξέρουν όλοι οι Έλληνες πολίτες ότι δεν υπήρχε και δεν υπάρχει σχέδιο Β.
Και τώρα το πραγματικό δίλημμα είναι ανάμεσα στο μόνο υπαρκτό σχέδιο που
με δυσκολίες και βάσανα ολοκληρώνεται και μας οδηγεί κάπου κι ένα
ανύπαρκτο σχέδιο που απειλεί και υπόσχεται να μας οδηγήσει πίσω στο
μηδέν, υπό το μηδέν, ν’ ακυρώσει όλες τις κατακτήσεις για να ξανακάνουμε
με τρισχειρότερους όρους, την ίδια διαδρομή. Ο πραγματικός Σίσυφος
είναι αυτός.
Εδώ παίζεται και η φάρσα περί μετενσάρκωσης του Ανδρέα Παπανδρέου και
επανάληψης του φαινομένου του ΠΑΣΟΚ, η ανιστόρητη αυτή, η γελοία φάρσα.
Πάμε όμως στο ζήτημα της οικονομίας με πιο ευθύ τρόπο: Το βασικό
ερώτημα είναι: Έχει βελτιωθεί πραγματικά η κατάσταση; Ή είναι ένας
εξωραϊσμός λογιστικός των αριθμών, αυτό που συμβαίνει; Βγαίνουμε
πράγματι από το τούνελ ή κινδυνεύουμε να ξανακυλήσουμε;
Φίλες και φίλοι, η Ελλάδα τελεί υπό απηνή έλεγχο. Δεν έχει κανένα
περιθώριο να εξωραΐζει τα λογιστικά και στατιστικά της στοιχεία. Αυτό
που πέτυχε ο ελληνικός λαός με τις θυσίες του είναι επιβεβαιωμένο,
υπαρκτό. Αυτό που λέμε πρωτογενές πλεόνασμα, δεν είναι αριθμοί, είναι η
επάνοδος της χώρας σε συνθήκες δημοσιονομικού ελέγχου και ισορροπίας.
Αυτή είναι η βάση για την οριστική επιβεβαίωση της βιωσιμότητας του
χρέους και της βιωσιμότητας της ελληνικής οικονομίας μέσα στην Ευρωζώνη,
μέσα στη Ευρώπη, μέσα στις διεθνείς αγορές. Αυτή είναι η δυνατότητά μας
τώρα να στραφούμε στην πραγματική οικονομία να λειτουργήσει διαφορετικά
το τραπεζικό σύστημα, να έχουμε διαφορετική αντίληψη και πρακτική στη
χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, στις επενδύσεις, ιδίως στις μικρές και
μεσαίες, στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στην αντιμετώπιση του μεγάλου
εθνικού προβλήματος της ανεργίας.
Αυτός είναι ο κύκλος που έπαψε, που παύει να είναι φαύλος και γίνεται
τώρα ενάρετος, δημιουργικός, παραγωγικός και μας δίνει την ευκαιρία να
ξανακερδίσουμε σταδιακά, βήμα-βήμα το χαμένο έδαφος. Έχει λοιπόν
βελτιωθεί η κατάσταση δημοσιονομικά και μακροοικονομικά, αλλά η αγωνία
του κόσμου εξακολουθεί να είναι ίδια.
Η τραγική εμπειρία της καθημερινότητας είναι ίδια. Ξέρουμε τι
συμβαίνει σε κάθε οικογένεια, σε κάθε σπιτικό, σε κάθε πολίτη. Φυσικά
δεν έχει αντιμετωπισθεί η ανεργία, δεν έχει αντιμετωπισθεί η μείωση του
εισοδήματος που ήταν ανέλπιστη, τραγική, λόγω των συνθηκών της κρίσης.
Φυσικά υπάρχουν επιχειρήσεις που κρέμονται από μια κλωστή, που
αγωνίζονται να βρουν πρόσβαση στις Τράπεζες, που έχουν οφειλές στην
Εφορία, που χρωστάνε δάνεια, που έχουν σοβαρά προβλήματα με τ’
Ασφαλιστικά Ταμεία.
Βεβαίως κάθε νοικοκυρά αγωνίζεται καθημερινά να τα φέρει βόλτα.
Ξέρουμε πολύ καλά τι συμβαίνει. Αλλά όσο και αν φαίνεται περίεργο, η
σφαίρα η δημοσιονομική, η μακροοικονομική, αυτή που αφορά τους έρημους
τους αριθμούς, είναι αυτή που θα λειτουργήσει ως μηχανισμός για να
δώσουμε λύσεις και απαντήσεις στα προβλήματα της καθημερινότητας και
στις αγωνίες κάθε σπιτικού στην Ελλάδα.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία να το καταλάβουμε αυτό, να το κάνουμε βίωμά
μας και να το πούμε με πειστικότητα και επιμονή σε όλους τους πολίτες.
Μόνον έτσι μπορούμε να ξεπεράσουμε οριστικά την κρίση, να βγούμε από το
μνημόνιο, ν’ ανακτήσουμε την κυριαρχία μας, την αξιοπρέπειά μας, τη
θεσμική μας ισοτιμία.
Έτσι λειτουργούν δυστυχώς οι αγορές. Για να είσαι κυρίαρχο κράτος,
πρέπει να μπορείς να δανείζεσαι με κανονικούς όρους στις διεθνείς
αγορές. Όσο και αν φαίνεται περίεργο, κυριαρχία δεν είναι μόνο η
προστασία των συνόρων, η άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο
και την Ανατολική Μεσόγειο. Κυριαρχία είναι και η κανονικότητα στις
διαδικασίες του δημόσιου διεθνούς δανεισμού. Και αυτό πρέπει να το
κατακτήσουμε.
Αυτό το νόημα έχει η συζήτηση αν η Ελλάδα θα χρειαστεί ή δε θα
χρειαστεί ένα άλλο μνημόνιο. Το μνημόνιο είναι ο συμβολισμός μιας χώρας
που δεν είναι κανονική. Η έξοδος από το μνημόνιο δε σημαίνει έξοδο από
τους μηχανισμούς επιτήρησης όπως είπα, του Συμφώνου Σταθερότητας, αλλά
σημαίνει επάνοδο σε θεμελιώδεις θεσμούς της θεσμικής ισοτιμίας και της
κανονικότητας των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία για το κόστος του χρήματος, για το
κόστος του δανεισμού, για τη ροή των χρηματοδοτήσεων. Μα αυτό είναι το
μυστικό για όλα. Όποιος λειτουργεί μέσα στην αγορά, αντιλαμβάνεται την
αγωνία του επιχειρηματία και των επιχειρήσεων που είναι τελικά και
αγωνία του εργαζόμενου. Γιατί αν δεν έχουμε ζωντανές επιχειρήσεις, δεν
έχουμε ζωντανές θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.
Αυτό είναι όλο το μυστικό της υπόθεσης. Και αυτό είναι το μεγάλο
διακύβευμα. Παίζονται στην πλάτη μας όλα αυτά τα χρόνια, παιχνίδια
νομισματικών ισορροπιών. Παιχνίδια διεθνών εμπορικών σχέσεων. Παιχνίδια
τραπεζικών σχέσεων σε μια παγκόσμια τραπεζική αγορά που μας ξεπερνούν ως
μέγεθος. Και στην πραγματικότητα αυτό που θέλουμε είναι η Ελλάδα να
διαφυλαχθεί και να μη λειτουργεί ως γήπεδο ή ως πρόσχημα για να
εξελίσσονται αυτά τα μεγάλα παιχνίδια στα οποία εμείς μπορούμε ν’
ασκήσουμε εκ των πραγμάτων, περιορισμένη επιρροή.
Έχει λοιπόν φίλες και φίλοι, πολύ μεγάλη σημασία να δούμε πώς από το
επίπεδο αυτό της εθνικής ατμόσφαιρας, της κοινωνικής συνοχής που πρέπει
να διαφυλάξουμε, των συγκεκριμένων δημοσιονομικών και μακροοικονομικών
επιτευγμάτων και των στόχων μας για την κοινωνική πολιτική, που έχει στο
επίκεντρο τον απλό άνθρωπο με δυσκολίες, την ευπαθή κοινωνική ομάδα,
τον ανάπηρο, τον πολύτεκνο, τον τρίτεκνο, τον ανασφάλιστο υπερήλικα, τον
ανασφάλιστο άνεργο ή επαγγελματία που έκλεισε την επιχείρησή του, πώς
περνάμε στο αμιγώς πολιτικό επίπεδο.
Πώς αντιμετωπίζουμε εμείς ως ΠΑΣΟΚ πρωτίστως και ως δημοκρατική
προοδευτική παράταξη αυτή τη μεγάλη κρίση αντιπροσωπευτικότητας, που
αφορά τους πάντες, όπως είπα, και όχι μόνο τα κόμματα της κυβερνητικής
συνεργασίας. Γιατί βλέπουμε ένα φαινόμενο ίσως πρωτοφανές, μια κοινωνία
βαθιά επιφυλακτική πολιτικά, μια κοινωνία που περίπου σε ποσοστό 50% δεν
εκφράζεται πολιτικά γιατί νιώθει ότι υποαντιπροσωπεύεται.
Σημασία λοιπόν έχει τώρα που βαδίζουμε προς τις δημοτικές και
περιφερειακές εκλογές και προς τις ευρωεκλογές, να δούμε ξανά τα δύο
ζεύγη εννοιών, για τα οποία μίλησα στην Κεντρική Πολιτική Επιτροπή. Τι
είναι προοδευτικό και τι είναι συντηρητικό, φίλες και φίλοι στη χώρα
μας; Προοδευτικό είναι το ανεύθυνο; Προοδευτικό είναι το δημαγωγικό, το
συνωμοσιολογικό, το μη ορθολογικό;
Προοδευτικό είναι αυτό που προτείνει στους πολίτες μια βουτιά στο
κενό για να έχουν αυτή την απόλαυση, ενός ακραίου σπορ πάνω στις πλάτες
των απλών ανθρώπων; Τι είναι συντηρητικό; Συντηρητικό είναι το υπεύθυνο,
το δύσκολο, αυτό που έχει κόστος; Αυτό που βλέπει τον μακρύ ιστορικό
χρόνο; Αυτό που προστατεύει το εθνικό συμφέρον; Αυτό που βάζει έναν
φραγμό στις θυσίες του ελληνικού λαού, αποδέχεται κάποιες, για να
προστατεύσει το μεγαλύτερο μέρος του κεκτημένου;
Τι είναι προοδευτικό και τι είναι συντηρητικό στη χώρα μας αυτή τη
στιγμή; Αυτό πρέπει να το απαντήσουμε με θάρρος και ευθύτητα. Δεν πρέπει
να έχουμε κανένα σύμπλεγμα κατωτερότητας, ότι δήθεν ακολουθούμε μια
πολιτική συντηρητική, ότι έχουμε κάνει μια αξιακή στροφή, ότι έχουμε
εγκαταλείψει τις παρακαταθήκες του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ, του
1974 ή ότι έχουμε εγκαταλείψει τις αρχές του ευρωπαϊκού δημοκρατικού
σοσιαλισμού.
Τι είναι παλιό και τι είναι νέο; Νέο είναι αυτό που υπόσχεται την
επιστροφή στο παλιό λοιπόν, το οποίο καταγγέλλεται. Νέο είναι αυτό που
θέλει να μείνουν όλα ακίνητα, να διατηρηθούν τα βαθύτερα αίτια της
κρίσης και η Ελλάδα να μη βγει ποτέ από την κρίση; Αυτά είναι τα νέα
σχήματα, τα νέα κόμματα, οι νέες ηγεσίες, οι νέες προτάσεις; Αυτή είναι η
αφήγηση για το μέλλον της χώρας;
Και το παλιό είναι αυτό που παίρνει δύσκολες αποφάσεις, που κάνει
ριζοσπαστικές τομές, διαρθρωτικές αλλαγές; Που προτείνει ένα νέο
μοντέλο ανάπτυξης και παραγωγής; Που δίνει προοπτική στους νέους; Που
μιλάει για καινοτομία, για επιχειρηματικότητα, για ένα νέο αγροτικό
τομέα; Που μιλάει για τις δυνατότητες του τουρισμού, της ενέργειας, των
ιχθυοτροφιών; Που μιλάει για τα Ερευνητικά Κέντρα, για το διανοητικό
κεφάλαιο;
Αυτό είναι το παλιό; Για σκεφθείτε ποιο είναι το νέο και ποιο το
παλιό στην Ελλάδα του 2014.. Γιατί πραγματικά δεν έχουμε συμφωνήσει ούτε
στα στοιχειώδη στη χώρα μας. Διάβασα σήμερα μια συνέντευξη του
Εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ που λέει, πρώτη φορά: «Δεν υπάρχει εκλογική
και κυβερνητική συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους Ανεξάρτητους Έλληνες του
κ. Καμένου». Αλλά ακούμε συνεχώς το άλλο, το αντίθετο και το βλέπουμε
να υλοποιείται στη Βουλή.
Και επαναλαμβάνω και σ’ εσάς το ερώτημα που είχα θέσει στα μέλη της
Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής: Ναι, είναι δυσάρεστο να έχεις το αίσθημα
ότι συνεργάζεσαι με τη Δεξιά, με τη συντηρητική παράταξη, με τον
ιστορικό αντίπαλό σου, που προσχώρησε όμως καθυστερημένα, στη στρατηγική
επιλογή του ΠΑΣΟΚ το Νοέμβριο του 2011.
Ναι, έχουμε μια συνεργασία στην οποία θέλαμε και τη ΔΗΜΑΡ, έφυγε η
ΔΗΜΑΡ, θα πούμε γι’ αυτό, έχουμε το σχήμα λοιπόν ΠΑΣΟΚ – Νέα Δημοκρατία
και το αντίπαλο σχήμα είναι ΣΥΡΙΖΑ και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες του κ.
Καμμένου. Εμείς θέλουμε ένα σχήμα, το οποίο να συγκεντρώνει όλες τις
εθνικές δυνάμεις αυτό θέλαμε πάντα. Αυτό προτείναμε το Μάιο του 2012,
τον Ιούνιο του 2012, αυτό προτείναμε μέσω της εθνικής ομάδας
διαπραγμάτευσης, πάντα ζητάμε εθνική συσπείρωση, εθνική συναίνεση,
κοινωνική ευθύνη. Άλλοι δεν θέλησαν να έρθουν.
Αλλά ας μείνουμε στο υπάρχον σχήμα της παρούσας Βουλής. Έχουμε μια
Κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ – Νέας Δημοκρατίας και μια αντιπολίτευση που διεκδικεί
το μέλλον, που είναι η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξαρτήτων
Ελλήνων του κ. Καμμένου. Ποιο είναι το προοδευτικό και ποιο το
συντηρητικό σχήμα; Ποιο είναι το παλιό και ποιο το νέο; Ποιο είναι το
υπεύθυνο και ποιο το ανεύθυνο;
Και γιατί δεν τοποθετούνται στο μείζον ζήτημα του μέλλοντος της
χώρας; Προτείνουν τι; Τη μονοκομματική τους Κυβέρνηση και αυτοί, όπως
την είχαν προτείνει και κάποιοι άλλοι το 2012. Προτείνουν τι; Την εμμονή
τους στην εξουσία; Προτείνουν τι; Το εξής απλό σχέδιο: είμαστε νέοι,
είμαστε άφθαρτοι, είμαστε ηθικοί, θα κάνουμε καλύτερη διαπραγμάτευση
στην Ευρώπη από τη διαπραγμάτευση που έκαναν αυτοί οι παλιοί. Ας έρθουν
να δουν πως είναι η διαπραγμάτευση στην Ευρώπη!
Ας έρθει ο κ. Τσίπρας τώρα ως υποψήφιος του μικρού περιθωριακού
Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς να μας πει με ποιους θα κάνει νέους
συσχετισμούς στην Ευρώπη, ποιες Κυβερνήσεις, ποιες χώρες, ποια Κόμματα;
Και τι λένε οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές, Εργατικοί, Σοσιαλδημοκράτες,
Δημοκράτες; Τι λένε οι Ευρωπαίοι Χριστιανοδημοκράτες, Συντηρητικοί,
Λαϊκοί, Ευρωσκεπτικιστές; Με ποιες χώρες θα διαμορφώσετε συσχετισμούς;
Ναι, είναι πολύ δύσκολο, συντηρητικό και αγκυλωμένο το ευρωπαϊκό
περιβάλλον, δεν υπάρχει όμως τίποτε καλύτερο. Όχι μόνο για την Ελλάδα
που ανήκει στην ήπειρο αυτή, αλλά δεν υπάρχει και τίποτε καλύτερο σε
άλλες περιφερειακές οικονομίες. Που υπάρχει περισσότερη δημοκρατία,
μεγαλύτερο κοινωνικό κράτος, μεγαλύτερη πολυφωνία, μεγαλύτερη
ανεκτικότητα, μεγαλύτερη έμπνευση, μεγαλύτερη επίδοση στην καινοτομία;
Αυτό είναι που πρέπει να τονίσουμε και να υπογραμμίσουμε, χωρίς συμπλέγματα ενοχής για την ιστορική μάχη που δώσαμε και δίνουμε.
Φίλες και φίλοι, όπως είπα και προηγουμένως, μέσα σε μια Κυβέρνηση
συνεργασίας που σηκώσει τόσο μεγάλο βάρος, είναι μεγάλη θα έλεγα η
αγωνία μας να διατηρήσουμε και να αναδείξουμε την ταυτότητα και την
αυτονομία του ΠΑΣΟΚ. Γιατί φυσικά η Κυβέρνηση δεν είναι δική μας, αλλά η
Κυβέρνηση δεν είναι και της Νέας Δημοκρατίας, είναι μια Κυβέρνηση
συνεργασίας και διαρκούς διαπραγμάτευσης.
Αλλά η αλήθεια είναι ότι τους τελευταίους μήνες, από τότε που
διαμορφώθηκε η παρούσα Κυβέρνηση στα τέλη του Ιουνίου του 2013, το ΠΑΣΟΚ
με την πρωτοβουλία και την πρωτοπορία της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας
που σηκώνει τεράστιο βάρος, έχει καταγεγραμμένες συγκεκριμένες
επιτυχίες.
Να αναφερθώ στο περιβόητο ζήτημα των 25 ευρώ; Στις παρεμβάσεις μας
στο νομοσχέδιο για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας; Στον αγώνα μας για
τη διατήρηση του καθεστώτος προστασίας της πρώτης κατοικίας; Να αναφερθώ
στα προγράμματα για τους ανέργους μέσω του ΟΑΕΔ; Να αναφερθώ στις
ολοκληρωμένες τροπολογίες μας για άλλες κατηγορίες οι οποίες περιμένουν
από το ΠΑΣΟΚ μια απάντηση, όπως είναι για παράδειγμα το ΕΚΑΣ σε όλους
τους ανάπηρους, ή η κάλυψη υπηρεσιών υγείας για τους ανασφάλιστους,
άνεργους και τους επαγγελματίες του ΟΑΕΕ που έχουν μείνει χωρίς κάλυψη
υγείας; Να μιλήσω για τα θέματα που αφορούν τη δημοκρατία, τους θεσμούς,
τη Χρυσή Αυγή, τον αγώνα κατά του φασισμού και του ναζισμού;
Σε όλα αυτά το ΠΑΣΟΚ κανοναρχεί, διαμορφώνει το δημόσιο κλίμα και τη
γραμμή της Κυβέρνησης. Φυσικά υπάρχουν πρωτοβουλίες Υπουργών που ανήκουν
στη Νέα Δημοκρατία, φυσικά υπάρχουν διαφορές οι οποίες είναι ιστορικές,
οι οποίες είναι ιδεολογικές, οι οποίες είναι αξιακές. Αλλά είμαστε
παντού παρόντες με τους Υπουργούς μας, τους Υφυπουργούς μας, τους
Γενικούς Γραμματείς, Διοικητές Οργανισμών και κυρίως με τους Βουλευτές
μας και την ομάδα στήριξης του κυβερνητικού έργου που κάνουν όλοι μαζί
ένα έργο υποδειγματικό.
Δυστυχώς σε πολύ μεγάλο βαθμό άγνωστο στην κοινή γνώμη, γιατί τα Μέσα
Ενημέρωσης φυσικά ασχολούνται κάθε μέρα με τη ροή της ειδησεογραφίας,
με ένα θέμα και καλό. Με αυτό, που έλκει τα φώτα της δημοσιότητας. Από
πίσω υπάρχει δουλειά ωρών, ημερών, σκληρή διαπραγμάτευση, φροντίδα για
τον άνθρωπο που αγωνιά. Αλλά αυτό δεν το πληροφορείται δυστυχώς κανείς.
Και αυτό είναι η ευθύνη των δικών μας κομματικών και παραταξιακών
δικτύων, αυτή είναι η ευθύνη των Επιτροπών που συγκροτούμε σήμερα, αλλά
και αυτή είναι η ευκαιρία των δημοτικών, περιφερειακών και ευρωπαϊκών
εκλογών. Γιατί στο επίπεδο του Δήμου, στο επίπεδο της Περιφέρειας αλλά
και μέσα από τη συζήτηση για την Ευρώπη, μπορούμε να αναδείξουμε όλα
αυτά τα συγκεκριμένα επιτεύγματα, τις προσπάθειες, τους στόχους οι
οποίοι δυστυχώς έχουν μείνει πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας.
Φίλες και φίλοι, η Δημοκρατική Παράταξη ιστορικά ήταν πάντα
ανεξάρτητα από την κοινωνική έκφρασή της, η Παράταξη της εθνικής και
ιστορικής ευθύνης, των δύσκολων αποφάσεων των μεγάλων κεκτημένων. Το
ΠΑΣΟΚ εξέφρασε και εκφράζει αυτό το χώρο και γνωρίζει πάρα πολύ καλά ότι
αυτό που λέγεται Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη είναι πρωτίστως ένα
μέγεθος ιστορικό, αξιακό και κοινωνικό.
Ποτέ, όπως ειπώθηκε χτες στο Πολιτικό Συμβούλιο, ούτε και την
εκλογικά κορυφαία στιγμή του 48% το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν
είπε ότι «το ΠΑΣΟΚ μόνο του εκφράζει το σύνολο της Δημοκρατικής
Προοδευτικής Παράταξης», που είναι ένα κοινωνικό ρεύμα, που είναι αξιακό
κεκτημένο, που είναι ένα ιστορικό κεκτημένο, που είναι ένα ιστορικό
μέγεθος, που είναι ένα ηθικό μέγεθος για τον τόπο μας.
Αυτό ισχύει και τώρα. Εμείς, όπως είπα και προηγουμένως, ποτέ δεν
κλείσαμε την πόρτα σε κανέναν. Ποτέ δεν θέλαμε να διακόψουμε τον
προγραμματικό διάλογο με κανέναν. Αγωνιστήκαμε να διατηρηθεί η ΔΗΜΑΡ
μέσα στην Κυβέρνηση, προτείναμε στη ΔΗΜΑΡ να παίξει πολύ πιο σημαντικό
ρόλο στα κυβερνητικά πράγματα το Μάιο του 2012 και να αποφύγουμε τις
πολωτικές και εκβιαστικές εκλογές του Ιουνίου του 2012.
Σταθήκαμε όρθιοι με το 12,4%, καθόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό ενόψει
των συνθηκών στις εκλογές του Ιουνίου του 2012. Προτείναμε και πάλι
Κυβέρνηση συνεργασίας όλων των προοδευτικών φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων που
αυτοπροσδιορίζονται ως τέτοιες. Και πάντα επιμένουμε στην ανάγκη για
εθνική ενότητα και πολιτική συναίνεση. Ξέρουμε ότι τελείωσαν οι
αυτοδύναμες Κυβερνήσεις, ότι κανείς δεν μπορεί να πορευτεί μόνος, ότι ο
τόπος κυβερνιέται πάρα πολύ δύσκολα, ότι η ευρωπαϊκή διαπραγμάτευση
είναι ακόμη δυσκολότερη.
Δυστυχώς από τον Ιούνιο του 2013 τους τελευταίους δηλαδή 8 μήνες κα
μετά, αντιμετωπίζουμε μια διαφορετική στάση ακόμη και των φίλων μας της
ΔΗΜΑΡ. Μια στάση, θα μου επιτρέψετε να πω, αντιφατική. Γιατί δεν υπάρχει
μια καθαρή τοποθέτηση σε σχέση με την Κυβέρνηση. Τώρα, σιγά - σιγά
αποσαφηνίζεται η στάση αυτή, ως μια στάση αντικυβερνητική, που θέτει
ακόμη και ζήτημα εκλογών, βουλευτικών εκλογών. Μόνο που κανείς δεν λέει
ποια θα είναι η Κυβέρνηση που θα οδηγήσει τη χώρα με ασφάλεια στην
οριστική έξοδο από την κρίση μετά από εκλογές.
Μας βγαίνουν πολλοί «από τα Αριστερά», στο όνομα της ηθικής και
αναρωτιέται κανείς: αυτοί που επικαλούνται την ηθική τους με το
επιχείρημα πως είναι ηθικοί, επειδή δεν έχουν ασκήσει εξουσία, γιατί
βιάζονται να απολέσουν αυτό το ηθικό πρόσχημά τους, αυτό το φύλλο συκής
της ηθικής, διεκδικώντας με τόσο πάθος την εξουσία. Ή, τι έχουν να πουν
όσοι έζησαν έστω και περιορισμένα την εμπειρία της εξουσίας; Πού είδαν
ότι εστιάζεται η εξ αντικειμένου ανηθικότητα της εξουσίας;
Έχουμε πολύ σοβαρά προβλήματα, στον πυρήνα των οποίων βρίσκεται το
ερώτημα: υπάρχει άλλη στρατηγική; Υπάρχει άλλο κυβερνητικό πρόταγμα;
Υπάρχει κανείς που προτείνει να σχηματιστεί μια άλλη Κυβέρνηση τώρα για
να οδηγήσει τη χώρα με άλλο τρόπο αλλού; Σε αυτό πρέπει να τοποθετηθούν
όλοι και δεν τοποθετούνται με τη σαφήνεια, την ευθύνη και την εντιμότητα
που απαιτείται.
Για να το πω διαφορετικά: μπορείς να είσαι προοδευτικός δημοκράτης,
Κεντροαριστερός όπως είναι το ΠΑΣΟΚ και να μετέχεις στην ευθύνη της
Κυβέρνησης; Προφανώς και μπορείς. Αυτή είναι η επιλογή μας, αυτή είναι
και η επιλογή όλων των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών.
Μπορείς να είσαι προοδευτικός, δημοκράτης, ευαίσθητος να ανήκεις στο
ΠΑΣΟΚ, να είσαι υπερήφανος για την ιστορία του, να διεκδικείς την
προοπτική του και να είσαι ταυτόχρονα μέτοχος μιας εθνικής ευθύνης, που
σημαίνει δύσκολες αποφάσεις; Προφανώς ναι. Κεντροαριστερά,
προοδευτικότητα, δημοκρατικότητα σημαίνει δημαγωγία; Ανευθυνότητα;
Κρυψίνοια; Σημαίνει πως δεν λέω ποια είναι η άποψή μου για το τι μπορεί
και πρέπει να γίνει στη χώρα; Τι είναι ασφαλές και εφικτό και τι είναι
επικίνδυνο και ανέφικτο;
Αυτό είναι το μεγάλο θέμα. Στην πραγματικότητα και ενόψει των
ευρωπαϊκών εκλογών, το μεγάλο θέμα είναι αυτό. Είναι το δίλημμα που είπα
προηγουμένως: αν η χώρα θα ολοκληρώσει με ασφάλεια τη μόνη εφικτή και
υπαρκτή εθνική στρατηγική, που οδηγεί οριστικά στην έξοδο από την κρίση
και το Μνημόνιο, ή αν θα κάνει μια άλλη, αβέβαιη, αόριστη, μη
περιγραφόμενη, μη προτεινόμενη επιλογή η οποία ακυρώνει τις θυσίες και
μας οδηγεί ξανά στην αρχή, για να ξανακάνουμε αυτό τον κύκλο, σαν να
είμαστε καταδικασμένοι να κυνηγάμε την ουρά μας μέσα σε ένα λαβύρινθο
από τον οποίο δεν υπάρχει έξοδος.
Εδώ έρχονται στο δημόσιο διάλογο Κινήσεις (όχι Κόμματα, Κινήσεις)
όπως οι 58 αλλά και πολλές άλλες Κινήσεις που επιδιώκουν να
λειτουργήσουν ως καταλύτης και όχι οι ίδιες ως Κόμμα ή ως εκφραστές μιας
Παράταξης που είναι ιστορικό, κοινωνικό και αξιακό μέγεθος.
Και έχουμε πει κατ’ επανάληψη ότι το ΠΑΣΟΚ που σέβεται όλα τα πρόσωπα
και όλες τις Κινήσεις, χωρίς κανένα ηγεμονισμό αλλά με πλήρη συνείδηση
της ιστορίας του και του ρόλου του, είναι έτοιμο να αποδεχτεί αυτού του
είδους τις προσκλήσεις και προκλήσεις και να συμπράξει στη συγκρότηση
ευρύτερων εκλογικών σχημάτων ενόψει των ευρωπαϊκών εκλογών. Χωρίς καμία
αλαζονεία, χωρίς κανένα ηγεμονισμό, σεβόμενο τους πάντες, αλλά
διεκδικώντας και από τους άλλους απόλυτο σεβασμό του ρόλου του.
Προσέξτε, απόλυτο σεβασμό της υπόστασής του και του σημερινού του
ρόλου, όχι μόνο της ιστορίας του και όχι μόνο του γεγονότος ότι μετέχει
σε μια Κυβέρνηση συνεργασίας και διασφαλίζει την κυβερνητική σταθερότητα
με τη συμμετοχή του στην Κυβέρνηση αυτή. Η διαφορά είναι κρίσιμη και
σαφής.
Σεβόμαστε τους πάντες, συμπράττουμε, θέλουμε απόλυτο σεβασμό της
υπόστασης και του ρόλου του ΠΑΣΟΚ τώρα, και όχι, όπως είπα και
προηγουμένως, της ιστορικής του διαδρομής ή του γεγονότος ότι υπάρχει η
Κυβέρνηση συνεργασίας.
Και έτσι μπορούμε να πάμε στην Ελιά, για την οποία έχω μιλήσει στην
εναρκτήρια Συνδιάσκεψη των διαδικασιών του Συνεδρίου μας τον Ιούλιο του
2012, αμέσως μετά τις εκλογές. Όταν είπα ότι «το ΠΑΣΟΚ είναι υπερήφανο
για το όνομα, τα εμβλήματα και τα σύμβολά του», και ταυτόχρονα είπα ότι
«ανοίγεται μπροστά μας ο δρόμος της Ελιάς, σύμφωνα με το ιταλικό
παράδειγμα, της συσπείρωσης δηλαδή και της σύμπραξης Κομμάτων, Κινήσεων,
προσώπων, ομάδων, εκφραστών ιδεών, ανθρώπων που λειτουργούν μέσα στην
κοινωνία, ανθρώπων που λειτουργούν στην Αυτοδιοίκηση, στο Συνδικαλισμό,
στη Νεολαία, στη γειτονιά, στις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις».
Έχουμε την ευκαιρία τώρα, ούτως ή άλλως, να δοκιμάσουμε την εμβέλεια
και την πειστικότητα τέτοιων πρωτοβουλιών. Κατ' αρχάς γιατί οι δημοτικές
και περιφερειακές εκλογές από τη φύση τους και εξ ορισμού προσφέρονται
για παρόμοιες συσπειρώσεις, γιατί πέρασε η εποχή των στενών κομματικών
επιλογών και των χρισμάτων.
Γιατί σημασία έχουν τα πρόσωπα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, καταξιωμένοι
Δήμαρχοι και Περιφερειάρχες, νεώτεροι άνθρωποι, νέοι σε ηλικία
άνθρωποι, πολίτες οι οποίοι αναπτύσσουν πολύ μεγάλη και αξιοσέβαστη
τοπική δραστηριότητα. Γύρω από αυτούς συσπειρώνονται κοινωνικές δυνάμεις
οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια κάθε Κόμματος. Άρα χωρίς στενές
κομματικές διαδικασίες και χωρίς χρίσματα, το ΠΑΣΟΚ η ευρύτερη
Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη, όλες οι Κινήσεις του χώρου στηρίζουμε
κατά περίπτωση και κατά περιοχή κατά Δήμο και κατά Περιφέρεια, τα
πρόσωπα αυτά που εκφράζουν τις ιδέες μας, τις αντιλήψεις μας, τις
πρακτικές μας, το όραμά μας και την πρότασή μας για το ρόλο του Δήμου,
για το ρόλο της δημοτικής Κοινότητας, για το ρόλο της Περιφέρειας και
της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης.
Αλλά το ίδιο ισχύει και για τις ευρωεκλογές. Γιατί στις ευρωεκλογές
έχουμε βέβαια τη σημαία του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος που
κυματίζει, ούτως ή άλλως, δίπλα στη σημαία του ΠΑΣΟΚ, καθώς το ΠΑΣΟΚ
είναι εδώ και χρόνια μέλος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα όμως και την πλατφόρμα του πιστεύουν
και πάρα πολλοί άλλοι στην Ελλάδα: Κινήσεις, πρόσωπα όπως τα περιέγραψα
προηγουμένως. Υπάρχουν και Κόμματα που ισχυρίζονται ότι εκφράζονται
και αυτά από το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Και εμείς λέμε «Ναι, ελάτε
να κατέβουμε όλοι μαζί με το ψηφοδέλτιο του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού
Κόμματος, ελάτε να αναδείξουμε στην Ελλάδα την προγραμματική πρόταση που
θα υιοθετήσει το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα στα τέλη Φεβρουαρίου –
αρχές Μαρτίου στο προγραμματικό Συνέδριό του στη Ρώμη, όπου και θα
επισημοποιηθεί η υποψηφιότητα του Martin Schulz ως Προέδρου της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής».
Το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα όμως δεν είναι ουδέτερο πολιτικά,
έχει άποψη για την Ελλάδα, έχει άποψη για την Ευρώπη. Το Ευρωπαϊκό
Σοσιαλιστικό Κόμμα είναι το Κόμμα στο οποίο μετέχουν εθνικά Κόμματα που
παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στις Κυβερνήσεις τους στις χώρες τους.
Το Κόμμα του αγαπητού φίλου και συντρόφου Hannes Swoboda το Αυστριακό
Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και πριν τις εκλογές που έγιναν στην Αυστρία
μετείχε στον συνασπισμό και κατείχε τη θέση του Καγκελαρίου και
εξακολουθεί να κατέχει τη θέση του Καγκελαρίου στην Αυστρία, ο Υπουργός
Οικονομικών όμως ανήκει στο Συντηρητικό Κόμμα και ο Υπουργός Εξωτερικών
ανήκει στο Συντηρητικό Κόμμα και ήταν πάρα πολύ σκληρή η κα Fekter, η μέχρι προ ολίγων ημερών Υπουργός Οικονομικών της αυστριακής Κυβέρνησης.
Τώρα έχουμε μια νέα πραγματικότητα στη Γερμανία, γιατί το SPD, το
ιστορικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Ευρώπης που γιόρτασε τα 150 χρόνια
του στη Λειψία πριν από λίγους μήνες, μετέχει στην κυβερνητική ευθύνη
και κατέχει τη θέση του Αντικαγκελαρίου και Υπουργού Οικονομίας, τη θέση
του Υπουργού Εξωτερικών, αλλά δεν αλλάζουν οι κρατικοί συσχετισμοί, δεν
αλλάζει η εθνική γερμανική στρατηγική μέσα στην Ευρώπη και για την
Ευρώπη.
Ο Πρόεδρος του Eurogroup ο κ. Dijsselbloem ανήκει στο ολλανδικό
Εργατικό Κόμμα που είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, το
ίδιο και ο Υπουργός Εξωτερικών της Ολλανδίας, αλλά ο Πρωθυπουργός
ανήκει στο Φιλελεύθερο Κόμμα και οι επιλογές της ολλανδικής Κυβέρνησης
είναι οι επιλογές της ολλανδικής εθνικής στρατηγικής.
Όλοι αυτοί έχουν άποψη για το τι έπρεπε και τι πρέπει να γίνει στην
Ελλάδα. Πιστεύετε ότι όλοι αυτοί θεωρούν αδιάφορο αν στην Ελλάδα ένα
Κόμμα στηρίζει την Κυβέρνηση, λέει την αλήθεια, λέει ότι «αυτή είναι η
δύσκολη εθνική στρατηγική με θυσίες και πόνο, αλλά με ασφάλεια και
προοπτική» ή αν λέει «δεν πειράζει, είμαι κι εδώ είμαι κι εκεί, είμαι
και λίγο αντιπολίτευση, είμαι έτοιμος να συνεργαστώ και με ένα άλλο
σχήμα που μπορεί να είναι το σχήμα στο οποίο μετέχει ο κ. Καμμένος»;
Δεν θέλω να προδικάσω κανέναν, ούτε θέλω να πω τίποτε έμμεσα. Αλλά
υπάρχουν προφανώς όρια και επιλογές. Άρα η επιλογή του Ευρωπαϊκού
Σοσιαλιστικού Κόμματος δεν είναι μια επιλογή παιδικού περιπάτου, «πάμε
στις εκλογές γιατί είναι ωραίο να λέμε ότι είμαστε Ευρωπαίοι
Σοσιαλδημοκράτες».
Πάμε στις ευρωπαϊκές εκλογές γιατί υπάρχουν πανευρωπαϊκοί συσχετισμοί
πάρα πολύ σκληροί και γιατί πάμε να παλέψουμε με το Ευρωπαϊκό
Σοσιαλιστικό Κόμμα και την ομάδα των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και
Δημοκρατών στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το ποιος θα είναι ο Πρόεδρος
της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ο ύπατος
εκπρόσωπος, για το πώς θα κατανεμηθούν οι Επίτροποι, ποιες είναι οι
επιλογές της Ευρώπης.
Αλλά και για να διαπραγματευτούμε διακυβερνητικά, Κυβέρνηση με
Κυβέρνηση, κράτος με κράτος. Γιατί οι μεγάλοι συσχετισμοί στην Ευρώπη
δεν είναι δυστυχώς συσχετισμοί κομματικοί ή ιδεολογικοί. Αλλά είναι
συσχετισμοί διακρατικοί, μόνιμοι, ανεξαρτήτως Κυβερνήσεων. Γιατί
υπάρχουν συμφέροντα, γιατί υπάρχουν οικονομικοί εθνικισμοί.
Άρα το παιχνίδι της Ευρώπης είναι σκληρό και δύσκολο και οι επιλογές
που γίνονται στο επίπεδο των ευρωπαϊκών πολιτικών Κομμάτων είναι
επιλογές οι οποίες έχουν όχι μόνο αισθητικό ή ιδεολογικό ή αξιακό βάρος,
αλλά και πολύ συγκεκριμένο πρακτικό, σκληρό, διαπραγματευτικό
περιεχόμενο.
Για να συγκροτήσεις την εναλλακτική πρόταση
του ευρωπαϊκού πολιτικού Νότου, θέλεις Κόμματα προοδευτικά, ιδέες,
διανοούμενους, δεξαμενές σκέψης, αλλά θέλεις και χώρες που με τις
Κυβερνήσεις τους ν’ αλλάξουν τον πανευρωπαϊκό διακρατικό συσχετισμό.
Αλλιώς είσαι ή αφελής ή επικίνδυνος. Και προτείνεις στον ελληνικό λαό
πράγματα τα οποία είναι είτε ψευδαισθήσεις είτε απατηλές υποσχέσεις.
Φίλες και φίλοι, αυτό είναι το ζήτημα. Εμείς λοιπόν προχωράμε όπως
έχουμε αποφασίσει στην Κεντρική Πολιτική Επιτροπή. Έχουμε προτείνει να
συγκροτηθεί και θα κινήσουμε τη διαδικασία άμεσα, μια κοινή και ενιαία
Οργανωτική Επιτροπή στην οποία θα μετέχει το ΠΑΣΟΚ, θα μετέχουν οι 58,
θα μετέχουν όλες οι Κινήσεις που βλέπουν τον εαυτό τους μέσα στο χώρο.
Θ’ απευθύνουμε ξανά ενοχλητική και επίμονη πρόσκληση στη ΔΗΜΑΡ, να
μετάσχει σ’ αυτή την Κοινή Οργανωτική Επιτροπή για να συγκροτήσουμε μια
μεγάλη Συνδιάσκεψη για την Ευρώπη και την Ελλάδα μέσα στην Ευρώπη,
ενόψει των ευρωεκλογών. Και θα προτείνω να μείνουν κενές οι θέσεις των
κομμάτων που δε μετέχουν σ’ αυτή την προσπάθεια, ώστε να υποδηλώνεται
και συμβολικά η πάντα ανοιχτή και καλόπιστη και ειλικρινής πρότασή μας.
Και αυτή η Κοινή Οργανωτική Επιτροπή, χωρίς ηγεμονισμούς, χωρίς
πλειοψηφίες, με συναινέσεις, θα συγκαλέσει μια Συνδιάσκεψη, μεγάλων
μεγεθών Συνδιάσκεψη, που θα εκφραστούν όλοι, θα εκφραστεί το ΠΑΣΟΚ με
τις Οργανώσεις του, θα εκφραστεί η κοινωνία των πολιτών, θα εκφραστεί ο
χώρος της Αυτοδιοίκησης, ο χώρος του Συνδικαλιστικού και
Συνεταιριστικού Κινήματος, το Πανεπιστήμιο, ιστορικές προσωπικότητες
που έχουν παίξει προοδευτικό ρόλο για την Ελλάδα και την Ευρώπη στην
Ελλάδα ή την Ευρώπη.
Και φυσικά και όλοι οι άλλοι θα μετέχουν με ισότιμοι τρόπο, πρωτίστως
για να συζητήσουμε για την Ευρώπη, για μια Ευρώπη ξανά φωτεινή και
φωτισμένη, για την Ευρώπη των αξιών, που δεν είναι καθόλου αυτονόητη. Η
Ευρώπη της δημοκρατίας, του κοινωνικού κράτους, του πλουραλισμού, των
δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου.
Η Ευρώπη των μεγάλων συναινέσεων, των μεγάλων τομών, της
ανταγωνιστικότητας, της καινοτομίας, της ευρηματικότητας, της υψηλής
ποιότητας στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, η Ευρώπη της πλήρους
απασχόλησης. Η Ευρώπη ενός ευρώ που λειτουργεί ως παράγοντας
ανταγωνιστικότητας και ευημερίας και όχι ως ανάσχεση των προσπαθειών των
λαών και των κοινωνιών.
Θα ξαναμιλήσουμε για μια Ευρώπη που τη φαντάστηκαν οι ιδρυτές της,
όσοι συνέλαβαν την ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Για μια Ευρώπη που
έχει ίδιους πόρους και κρατικό προϋπολογισμό, που βαδίζει προς μια
ολοκλήρωση όχι μόνο νομισματική, αλλά και οικονομική και κοινωνική και
πολιτική, με σεβασμό στις εθνικές ταυτότητες.
Μια Ευρώπη που δίνει απάντηση στους πολλαπλούς ευρωσκεπτικισμούς της
Δεξιάς, στο όνομα δήθεν της εθνικής κυριαρχίας η οποία δεν υπάρχει χωρίς
συμμαχίες και συσπειρώσεις. Της Ακροδεξιάς που στην πραγματικότητα
χρησιμοποιεί την «ευρωπαϊκή απειλή» για να τροφοδοτήσει την ξενοφοβία
και το ρατσισμό. Τώρα δε θέλουν ούτε τους Ρουμάνους και Βουλγάρους
εργαζομένους με ίσα δικαιώματα μέσα στην Ευρώπη.
Και φυσικά, τον ευρωσκεπτικισμό της συντηρητικής Αριστεράς που
εμφανίζεται ως δήθεν προοδευτική, μιας Αριστεράς η οποία δεν έχει καμία
ολοκληρωμένη πρόταση, κι εννοώ την κουμμουνιστογενή Αριστερά στην οποία
ανήκει όπως φαίνεται και από την υποψηφιότητα του κ. Τσίπα, ο ΣΥΡΙΖΑ.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία να μιλήσουμε λοιπόν στη Συνδιάσκεψη αυτή,
για την Ευρώπη. Κι εκεί θα μιλήσουμε για το πρόγραμμά μας. Θα μιλήσουμε
για τον τρόπο που θα συγκροτηθεί το ψηφοδέλτιο, με δημοκρατικές και
διαφανείς διαδικασίες. Δεν είναι δυνατόν οι Πρόεδροι των κομμάτων να
επιλέγουν κατά το δοκούν τους υποψήφιους Ευρωβουλευτές και να τους
διορίζουν Ευρωβουλευτές.
Έχει λοιπόν πολύ μεγάλη σημασία να προτείνουμε διαδικασίες οι οποίες
μετά εκφράζονται και στα πρόσωπα. Πρόσωπα όμως νέα, άξια,
αντιπροσωπευτικά, που έχουν δεσμούς με την κοινωνία, που μπορούν να
σταθούν δυναμικά, με αξιοπρέπεια και αποτελεσματικότητα στο Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο.
Και θέλω εδώ να τιμήσω, στο όνομα της Συλβάνας Ράπτη που είναι η
επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
όλη την Κοινοβουλευτική μας Ομάδα η οποία έδωσε και δίνει στο Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες, στο Στρασβούργο και παντού, μια πολύ σοβαρή
και υπεύθυνη μάχη όλα αυτά τα χρόνια της θητείας της στο Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο.
Αλλά, όταν έγιναν οι τελευταίες ευρωπαϊκές εκλογές το 2009, οι
συνθήκες της χώρας και οι συνθήκες του ΠΑΣΟΚ ήταν διαφορετικές. Τώρα,
καλώς ή κακώς, πρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε άλλες συνθήκες με άλλες
διαδικασίες, με άλλες μεθόδους. Γιατί είναι άλλα τα κριτήρια της
αξιοπιστίας και της πειστικότητας των ελληνικών πολιτικών κομμάτων.
Αυτή λοιπόν είναι, φίλες και φίλοι, η πρότασή μας και η πλατφόρμα
μας. ειλικρινής, ανοιχτή, συγκεκριμένη, αξιοπρεπής, ισότιμη. Χωρίς
κανένα ηγεμονισμό, επαναλαμβάνω. Αλλά στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού.
Αυτό πρέπει να το κάνουμε βασικό μέρος του καθημερνού μας λόγου. Και
αυτό εξαρτάται από εσάς, από τις οργανώσεις μας.
Τα δίκτυα του ΠΑΣΟΚ είναι πάντα υπαρκτά, πάντα σημαντικά, πάντα
δυναμικά. Υπάρχουμε παντού. Και πρέπει αυτό να φανεί τώρα. Πρέπει να
φανεί σε όλους τους Δήμους, σε όλες τις περιοχές, σε όλους τους νομούς,
σε όλες τις Περιφέρειες. Πρέπει να φανεί σε όλα τα Συνδικάτα, στους
Συνεταιρισμούς, στα Επιμελητήρια, στους Συλλόγους, στις μη κυβερνητικές
Οργανώσεις.
Πρέπει να φανεί στην κοινωνία των πολιτών. Πρέπει να φανεί στο
εθελοντικό Κίνημα, πρέπει να φανεί εκεί που χτυπάει η καρδιά της αγωνίας
του καθημερινού ανθρώπου. Και πρέπει αυτό όλο να το συγκεφαλαιώσουμε
πολιτικά ενόψει των δημοτικών, περιφερειακών και ευρωπαϊκών εκλογών.
Αυτή είναι η πρόκληση, αυτό είναι το κάλεσμα. Ξέρω πως η καθεμιά και ο
καθένας από σας είναι προβληματισμένος, είναι κουρασμένος, έχει
εσωτερικές αμφιβολίες κι έχει και κάποιες ενοχές βέβαια. Γιατί όλοι σας
και όλοι μας υπηρετήσαμε τις καλές εποχές, τις εποχές που το ΠΑΣΟΚ ήταν
λαοπρόβλητο, δημοφιλές, αυτοδύναμο στην εξουσία, εξέφραζε τη μισή και
παραπάνω ελληνική κοινωνία, γιατί έδινε ευκαιρίες, δουλειές,
αξιοπρέπεια, αποκαθιστούσε αδικίες.
Μα όλα αυτά είναι το κεκτημένο μας. Και αυτά θέλουμε να
προστατεύσουμε φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι. Όσο κι αν
φαίνεται περίεργο. Ναι, η Ελλάδα έχασε λόγω της σωρευτικής ύφεσης, το
25% του ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια. Αυτό άρχισε από το 2008 και δεν το
ήξερε ο ελληνικός λαός. Νομίζουν ότι αυτό συμβαίνει από το 2010 και
μετά.
Ναι, οι Έλληνες έχασαν κατά μέσο όρο το 35% του εισοδήματός τους, της
αγοραστικής τους δύναμης. Αλλά έχουμε διαφυλάξει το 65% σε επίπεδα τα
οποία εν πάση περιπτώσει είναι ευρωπαϊκά και είναι καλύτερα από τις
μισές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτως ή άλλως. Ακόμη και μετά την
κρίση η Ελλάδα είναι πάνω από τις σχεδόν μισές χώρες της Ευρωπαϊκής
Ένωσης.
Θα μου πείτε, είναι αυτό ευχάριστο, είναι ανεκτό, είναι κάτι που
μπορεί να το πει κανείς με ικανοποίηση ή με θάρρος; Όχι. Αλλά δυστυχώς
βρεθήκαμε μπροστά σε αυτά τα διλήμματα, τα οποία είναι τραγικά. Δεν
υπήρξε ποτέ, το επαναλαμβάνω και κλείνω με αυτό, το δίλημμα ανάμεσα στην
κακή και την καλή λύση. Ποτέ.
Υπήρξε το δίλημμα ανάμεσα στην κακή και την καταστροφική λύση. Και
διαλέξαμε την κακή λύση, τη δύσκολη, για ν’ αποφύγουμε την ασύντακτη και
απόλυτη καταστροφή. Ας είμαστε λοιπόν υπερήφανοι γι’ αυτή τη δύσκολη
φάση. Και, όπως λέει ο Γιάννης, ταλαιπωρείται η Αργεντινή ακόμη,
ανακυκλώνεται η κρίση.
Το δημόσιο χρέος της Αργεντινής όταν μπήκε στην ασύντακτη χρεοκοπία
ήταν όλο μαζί 90 δισεκατομμύρια δολάρια. Κι εμείς κόψαμε, κουρέψαμε το
2012 χρέος 130 δισεκατομμυρίων ευρώ. Και τώρα, υπάρχει μεγάλη κοινωνική
και πολιτική αναταραχή στην Αργεντινή επειδή ζητά από το κλαμπ των
Παρισίων, δηλαδή από τους θεσμούς τους δημόσιους, κράτη και Διεθνείς
Οργανισμούς, μια πρόσθετη περικοπή.
Ξέρετε τι περικοπή ζητά η Αργεντινή τώρα; Ζητά περικοπή 4
δισεκατομμυρίων δολαρίων από συνολική οφειλή στους διεθνείς θεσμούς και
τα κράτη, 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Και θεωρεί ότι τα 6 είναι το
κεφάλαιο, τα 4 οι προσαυξήσεις και θέλει να χαριστούν και να κουρευτούν,
όταν εμείς διαχειριζόμαστε ένα δάνειο 240 δισεκατομμυρίων, μια έκθεση
της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που ακόμη και τώρα είναι περίπου 80
δισεκατομμύρια, όταν έχουμε κόψει 130 δισεκατομμύρια και όταν έχουμε
σωρευτικά όλα τα οφέλη από τα προγράμματα στήριξης τα Κοινοτικά Πλαίσια
Στήριξης και το ΕΣΠΑ και από την Κοινή Αγροτική Πολιτική λόγω της
συμμετοχής μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχουμε μπροστά μας την επόμενη
προγραμματική περίοδο του ΕΣΠΑ να την αξιοποιήσουμε για να ενθαρρύνουμε
την ελληνική πραγματική οικονομία και την ανταγωνιστικότητα.
Για να έχουμε μια αίσθηση των ελληνοαργεντίνικων συγκρίσεων. Αυτή
είναι η κατάσταση φίλες και φίλοι, αυτή είναι η αλήθεια η δική μας, την
οποία τη λέμε ελληνικά προς τους Έλληνες. Όποιος θέλει να πει μια άλλη
αλήθεια χρησιμοποιώντας μια ξένη γλώσσα, μια γλώσσα που αφορά ένα
παράδεισο που δεν υπάρχει πουθενά, ούτε στη Λατινική Αμερική ούτε στην
Αφρική ούτε στην Ασία, ας την πει, αυτή του τη δήθεν αλήθεια. Οι Έλληνες
θα καταλάβουν και όταν τα διλήμματα είναι συγκεκριμένα, όταν οι
αποφάσεις είναι κρίσιμες, ο ελληνικός λαός αντιδρά με ωριμότητα και
ιστορική συνείδηση.
Σας ευχαριστώ.
1 σχόλιο:
Δεν είναι πατροπαράδοτη αρχή μας, να εξουσιάζουν οι αλλοδαποί τους εντοπίους, ούτε οι ευεγετηθέντες τους ευεργετήσαντας, ούτε αυτοί που έφθασαν εδώ ως ικέτες, τους ανθρώπους που τους εδέχθησαν.
Συνεπώς, πάει και αυτή η προσβλητική για τη νοημοσύνη μας σοφιστεία με το «της ημετέρας παιδεύσεως μετέχοντας».
Φυσικά. Πώς μπορεί να γίνεσαι Έλληνας, αν πας 3 χρονάκια στο υποβαθμισμένο, πολυ-πολιτισμικό σχολείο της σημερινής (μη εθνικής πλέον) Παιδείας μαζί με ένα σωρό άλλους μη Έλληνες
Δημοσίευση σχολίου