Επίκαιρα Θέματα:

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Ομιλία του Γ. Α. Παπανδρέου στην Βουλή για τον Προϋπολογισμό του 2012

Αγαπητοί συνάδελφοι, με την ουσιαστική παραίτηση της προηγούμενης κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, κληρονόμησα τρεις μεγάλες αποτυχίες, που αποδείχθηκαν ολέθριες για την τύχη της χώρας.
Η πρώτη ήταν η αποτυχία της ίδιας της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, που δυστυχώς - και συνειδητά - δεν διαχειρίστηκε την οικονομία με διαφάνεια, απέτυχε να τιθασεύσει την πελατειακή σπατάλη που οργίαζε, απέτυχε να προχωρήσει σε αλλαγές που χρειαζόταν η οικονομία και το κράτος, για να γίνουμε ανταγωνιστικοί.
Η οικονομία είχε μπει σε ύφεση και το αναπτυξιακό μας μοντέλο έπασχε βαριά. Αγοράζαμε ξένα προϊόντα, ακόμα και αγροτικά, και η ανάπτυξη της χώρας είχε εξομοιωθεί με την κατανάλωση. Νοιάστηκαν μόνο για το πώς θα μοιραστεί χρήμα χωρίς καμία αναπτυξιακή λογική, παρά μόνο να συντηρηθεί η ψευδαίσθηση της ευδαιμονίας.

Το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Η κυβέρνηση δανειζόταν φθηνά τότε και έκρυβε την πραγματικότητα. Αντί να θεραπεύει, τάιζε τις αδυναμίες αυτές. Τα ελλείμματα εκτινάχθηκαν, το ιστορικό χρέος σχεδόν διπλασιάστηκε, από 180 δις σε 320 δις ευρώ. Εξαρτηθήκαμε πλήρως από τα δανεικά. Ουσιαστικά, είχαμε ήδη χάσει την αυτονομία μας.
Η δεύτερη αποτυχία ήταν αυτή των ευρωπαϊκών θεσμών. Η Ελλάδα ήταν ήδη υπό επιτήρηση επί κυβέρνησης Καραμανλή. Και μάλιστα, σχεδόν συνεχώς. Το 2008, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, χαλάρωσε η εποπτεία. Ο ίδιος προειδοποίησα την Επιτροπή ότι μπορεί ο προϋπολογισμός της Ελλάδας να εκτροχιαστεί. Όχι, δεν ήμουν προφήτης, ούτε βέβαια γνώριζα στοιχεία που απέκρυπταν ή απέκρυπτα εγώ από τον Ελληνικό λαό, όπως διάφοροι διατείνονται.
Απλά, ήξερα πώς λειτουργούσε η τότε κυβέρνηση: σπάταλα, πελατειακά. Εάν υπήρχε τότε η απαραίτητη εποπτεία, θα είχε αποφευχθεί η κρίση. Εάν είχαν λειτουργήσει σωστά οι αρμόδιοι ευρωπαϊκοί θεσμοί, δεν θα κληρονομούσε το 2009 η Ελλάδα ένα βάρος που δεν μπορούσε να σηκώσει. Και αν η προηγούμενη κυβέρνηση είχε κάνει τα μισά απ' ό,τι εμείς, θα αποφεύγαμε την πίεση των αγορών.
Αν κάποιος άργησε, δεν ήμασταν εμείς, αλλά εκείνοι που είχαν την τύχη της χώρας για 5,5 χρόνια και αδράνησαν πλήρως. Και αυτή, βέβαια, που απέκρυψε την αλήθεια ήταν η προηγούμενη κυβέρνηση. Και για να τελειώνουμε και με αυτό, εκείνοι ευθύνονται γι' αυτό το κατάντημα. Όχι η Αντιπολίτευση. Εκείνοι, που ουδέποτε μας ενημέρωσαν, παρά τις δημόσιες εκκλήσεις μας και, βέβαια, έκαναν το έγκλημα ακόμα και να παραπλανήσουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με παραποιημένα στοιχεία.
Έτσι χάσαμε την αυτονομία μας, έτσι χάσαμε και την αξιοπιστία μας ως χώρα. Κι αν έχουμε σήμερα τους εξονυχιστικούς ελέγχους, εποπτείες και καχυποψίες, είναι λόγω αυτών των γεγονότων. Ακόμα και η επερχόμενη Σύνοδος Κορυφής μεθαύριο, θα έχει ως κύριο θέμα το ζήτημα της εποπτείας.
Και εγώ είμαι ο πρώτος, κυρίες και κύριοι, που ζητώ διαφάνεια. Γι' αυτήν πάλεψα, ώστε να ανακτήσει η Ελλάδα τη χαμένη αξιοπιστία της. Και είναι ευπρόσδεκτος ο όποιος έλεγχος των οικονομικών μας στοιχείων. Κανείς πλέον δεν μπορεί να τα αμφισβητεί. Με τις δικές μας ενέργειες, με δική μας επιλογή, εδραιώνεται η διαφάνεια στη χώρα μας και στα στοιχεία της.
Όμως, το μήνυμά μου προς τους Ευρωπαίους ηγέτες είναι ότι η αυστηρότερη εποπτεία των κρατών-μελών από μόνη της δεν θα λύσει το πρόβλημα της κρίσης, που σήμερα έχει ξεσπάσει.
Και αυτό με φέρνει στην τρίτη αποτυχία που ζήσαμε, που είναι αποτυχία της Ευρώπης. Η πλήρης αποτυχία να αντιμετωπίσει τη σημερινή συστημική κρίση και την επίθεση των αγορών, μέσα από τη μυωπική της στάση.
Όταν συμμετείχα για πρώτη φορά ως Πρωθυπουργός στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αντιμετώπισα καχυποψία, ειρωνεία και δυσπιστία για την Ελλάδα. Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε καταφέρει να αμφισβητηθεί ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο μπήκαμε στο ευρώ.
Μερικοί μου ζήτησαν να πάρω οριζόντια μέτρα - μισθούς, συντάξεις, φόρους. Τους απάντησα: «Αν χρειαστεί, θα το κάνω». Αλλά το πρόβλημα της χώρας, πέραν των υπαρκτών ανισοτήτων και προνομίων σε κάποιες συντάξεις και μισθούς, ήταν η σπατάλη, η φοροδιαφυγή, η διαφθορά, η κερδοσκοπία επιχειρήσεων σε βάρος του κράτους, τα καρτέλ, το μέγεθος του Δημοσίου που μεγάλωσε πελατειακά, η γραφειοκρατία, μια κατακερματισμένη Αυτοδιοίκηση, ένα κράτος που δεν είχε εκσυγχρονιστεί, η αδιαφάνεια στη δημόσια ζωή της χώρας. Και εγώ τους είπα, «εκεί θα βρω τα λεφτά που χρειάζονται».
Αυτό εννοούσα και αυτό και σήμερα εννοώ, με τη φράση «λεφτά υπάρχουν», αγαπητοί συνάδελφοι. Τους ζήτησα τον απαραίτητο χρόνο για να κάνουμε αυτές τις αλλαγές. Αλλαγές που είχαμε υποσχεθεί προεκλογικά, πριν πάμε σε όποια οριζόντιας υφής μέτρα, που δεν θα αντιμετώπιζαν τη ρίζα του ελληνικού προβλήματος.
Τους έπεισα. Όχι, κύριοι, δεν άργησα να πάρω μέτρα, ήθελα να μην πάρω μέτρα που θα θίξουν το μέσο Έλληνα, το μισθωτό και χαμηλοσυνταξιούχο. Και έδωσα μάχη γι' αυτό. Και έπεισα.
Όμως, προτού περάσει πολύς χρόνος, οι αγορές αντέδρασαν βίαια, λόγω του φόβου. Μετά την κρίση του 2008, οι αγορές πολύ γρήγορα ανέβασαν το κόστος δανεισμού της χώρας. Και εκείνη τη στιγμή, η Ευρώπη δεν αντέδρασε. Ή μάλλον έκανε πολύ λίγα, πολύ αργά.
Δεν είπε, τουλάχιστον εγκαίρως, «κάτω τα χέρια από την Ελλάδα, αφήστε την στην ησυχία της, να κάνει τις απαραίτητες αλλαγές». Τότε μιλούσα για «πιστόλι στο τραπέζι». Φοβήθηκαν, όμως, χώρες όπως η Γερμανία, να δεσμευθούν, έστω και λεκτικά, παρά τα πρώτα μέτρα που ανακοινώσαμε τον Μάρτιο του 2010.
                        Αυτό, το πληρώνουμε σήμερα όλοι, και οι Γερμανοί, και οι Έλληνες. Αυτή την ολιγωρία της Ευρώπης να αντιδράσει. Σήμερα, είμαστε αναγκασμένοι και συζητάμε, όχι απλά για ένα πιστόλι, αλλά για όπλα μεγάλης ισχύος. Τότε, η συντηρητική Ευρώπη αρνήθηκε να παραδεχθεί ότι ήταν γενικευμένη η κρίση.
                        Τους είπα τότε, ότι η επίθεση των αγορών θα είχε στόχο το ευρώ και όχι απλά την Ελλάδα. Ότι θα ακολουθήσουν και άλλες χώρες. Ότι η κρίση ήταν συστημική. Τους πρότεινα τότε και το συζήτησα σε βάθος με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις αρχές του 2010, να καθιερωθούν ευρωομόλογα, για να δανειζόμαστε όλοι με παραπλήσιους όρους.
                        Να μην είναι εξωφρενική η διαφορά των επιτοκίων μεταξύ της μιας ή της άλλης χώρας στην Ευρωζώνη. Το αρνήθηκαν πεισματικά. Παράλληλα, γνωρίζοντας ότι οι αγορές δεν θα ησυχάσουν, πάλεψα για τη δημιουργία ενός μηχανισμού διάσωσης, που έως τότε, ούτε υπήρχε, ούτε προβλεπόταν πουθενά, για την περίπτωση που θα το χρειαζόμαστε. Και δημιουργήθηκε εκ του μη όντος μηχανισμός για την Ελλάδα.
                        Ήταν όμως τόσο βολικό για πολλούς να παρουσιάζουν το πρόβλημα ως αποκλειστικά ελληνικό, γιατί έριχνε το βάρος της λύσης μόνο σε μας, μόνο στους Έλληνες.
                        Βεβαίως, με τη χρηματοδότηση από τους εταίρους μας και τους λαούς των άλλων χωρών, για την οποία δώσαμε μάχες και είμαστε ευγνώμονες γι' αυτό. Το αναγνωρίζω, το σέβομαι. Δίνω μάχες για να μην προδώσουμε αυτή την εμπιστοσύνη. Αλλά μέχρι εκεί καταλάβαιναν οι συντηρητικοί της Ευρώπης.
                        Η ελληνοποίηση του προβλήματος έγινε ρεφρέν από τις συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης. Επένδυσαν σ' αυτή την πολιτική, καλλιεργώντας ένα λανθάνοντα ρατσισμό. Και τι δεν ακούσαμε. Για πολλούς, δεν ήμασταν οι ασθενείς, ήμασταν η ασθένεια. Και αυτή είναι η πεμπτουσία του ρατσισμού. Αυτή η συντηρητική προκατάληψη βόλευε τις εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες άλλων χωρών, αλλά αγνοούσε το συστημικό πρόβλημα της Ευρωζώνης.
                        Οι επιπτώσεις σε μας ήταν σκληρές. Κάθε φορά που οι αγορές αντιδρούσαν, η γιατρειά γι' αυτούς ήταν να αλλάζει ο πήχης στο ελληνικό πρόγραμμα.
                        Η ταχύτητα των αλλαγών που έπρεπε να κάνουμε - και μιλώ ακόμα και για πολύ σωστές αλλαγές - ήταν τέτοια που πίεσαν όχι μόνο τον πολίτη, αλλά και τη Δημόσια Διοίκηση που, ούτως ή άλλως, είχε και έχει τεράστια προβλήματα.
                        Χωρίς να διατείνομαι ότι ήμασταν πάντα συνεπείς στους στόχους μας, κάναμε και κάνουμε έναν άθλο, όσο καμία άλλη χώρα - και πρέπει ο Έλληνας να είναι περήφανος γι' αυτό.
                        Όμως, το κλίμα που δημιουργήθηκε στην Ευρώπη και διεθνώς, κάθε άλλο παρά βοήθησε. Η χαριστική βολή ήρθε στο Ντοβίλ, όταν οι δύο ηγέτες Γαλλίας και Γερμανίας ανακοίνωσαν, χωρίς προηγούμενη ενημέρωση στα υπόλοιπα μέλη της Ευρωζώνης, ότι σε περίπτωση χρεοκοπίας στο μέλλον, θα πληρώνει πρώτα ο ιδιώτης δανειστής, οι τράπεζες. Και τότε, εγώ δημοσίως προειδοποίησα, σε ομιλία μου στο Παρίσι, στη Σοσιαλιστική Διεθνή, πέρυσι τέτοιο καιρό, ότι αυτή η αλλαγή της Συνθήκης θα αποτελέσει αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
                        Δηλαδή, ότι οι ιδιώτες θα σταματήσουν να επενδύουν σε χώρες με μεγαλύτερο ρίσκο και θα τις καταστήσουν σταδιακά μη βιώσιμες οικονομίες. Ότι σύντομα θα δούμε και άλλες χώρες στην τότε θέση της Ελλάδας. Αγνόησαν αυτή μου την προειδοποίηση.
                        Και ενώ ήμασταν, όχι απλά σε καλό δρόμο πέρυσι τέτοια εποχή, ενώ πιάναμε τους στόχους μας και μας έβλεπαν ως αξιόπιστο παράδειγμα προς μίμηση εκείνη την εποχή, ενώ είχαν αρχίσει να πέφτουν τα spreads για την Ελλάδα, αμέσως μετά το Ντοβίλ εκτινάχτηκαν, όπως εκτινάχτηκαν και για την Πορτογαλία, και για την Ιρλανδία, με τις γνωστές συνέπειες.
                        Στην Ελλάδα, ακολούθησε ένα πολύ δύσκολο εξάμηνο, το πρώτο του 2011, όπου διεθνείς αναλυτές, αλλά και παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μιλούσαν για χρεοκοπία και έξοδο από το ευρώ.
                        Οι ελληνικές τράπεζες άρχισαν να ξεμένουν από ρευστότητα, κόσμος έβγαζε τα λεφτά του, οι επενδυτές - Έλληνες, αλλά και ξένοι - αποφάσισαν να περιμένουν και επικράτησε γενική ανασφάλεια.
                        Σήμερα, η κατάσταση στην Ευρωζώνη αποτελεί αποτυχία των συντηρητικών δυνάμεων της Ευρώπης να κινηθούν αποφασιστικά και έγκαιρα.
                        Εμπιστεύθηκαν το λεγόμενο «μαγικό χέρι» της αγοράς, που θα τα λύσει όλα. Αντί να σταματήσουν την κερδοσκοπία των αγορών. Αντί να επιβάλουν μια δημοκρατική εποπτεία στους οίκους αξιολόγησης. Αντί να επιβάλουν διαφάνεια στα λεγόμενα «CDS», τα παράγωγα. Αντί να ελέγξουν τις offshore και τους φορολογικούς παραδείσους. Αντί να ισχυροποιήσουν έγκαιρα την «πυροπροστασία» από τις φωτιές των αγορών.
                        Η συντηρητική Ευρώπη, ως λύση, επέβαλε ένα πρόγραμμα λιτότητας σε κάθε κράτος - μέλος. Και είναι βέβαια ανάγκη, κανένας δεν το αμφισβητεί, να βάλουμε όλοι τάξη στα του οίκου μας. Όμως, η συντηρητική Ευρώπη δεν προχώρησε, από την άλλη, για να θέσει σε κίνηση την ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι για το οποίο έχω μιλήσει από το 2009. Ανταγωνιστική, πράσινη ανάπτυξη, που θα δημιουργεί εργασία, δουλειές για όλους. Και έτσι, μπαίνει η Ευρώπη βαθύτερα σε ύφεση.
                        Απέτυχε η συντηρητική Ευρώπη. Η Ευρώπη που έχει 23 συντηρητικές κυβερνήσεις. Καλλιέργησε τον λαϊκισμό και τον φόβο. Κατηγόρησε λαούς, αντί να αντιμετωπίσει ασθένειες. Και τώρα που χρειάζεται να ενταθεί η συνεργασία μας, να εμπιστευθούμε ο ένας τον άλλον, να ξεφύγουμε από τους εύκολους ρατσισμούς, τώρα δυσκολεύονται. Ενώ η Ευρώπη έχει όλες τις προϋποθέσεις να συγκεντρώσει τις δυνάμεις της, να τις διαχειριστεί δημοκρατικά και όχι στο παρασκήνιο, για να υπηρετήσει τους πολίτες και όχι τις ελίτ, όπως σωστά λέει ο Γερμανός φιλόσοφος Jurgen Habermas.
                        Και η ελληνική φωνή, παρά τις δυσκολίες, παρά τις αντιξοότητες, παρά τις άδικες επιθέσεις, παραμένει δυνατή στις προτάσεις και εναλλακτικές πολιτικές. Από την εποπτεία των αγορών, την ενίσχυση της Δημοκρατίας και της φωνής του πολίτη, την επένδυση μέσω ευρωομολόγων και του φόρου επί των χρηματιστηριακών συναλλαγών, στην πράσινη και ανταγωνιστική ανάπτυξη, στη δημιουργία μεγάλων έργων υποδομής σε συγκοινωνίες, πράσινη ενέργεια και ευρυζωνικά δίκτυα, που θα συνδέουν τους Ευρωπαίους πολίτες μεταξύ τους.
                        Αυτές οι προτάσεις μας, όλο και περισσότερο υιοθετούνται. Πολλές πια προοδευτικές δυνάμεις, Σοσιαλιστές, Πράσινοι, αλλά και αρκετοί Φιλελεύθεροι, υιοθετούν μια εναλλακτική ευρωπαϊκή πορεία.
                        Φοβάμαι ότι ακόμα δεν καταλαβαίνει η συντηρητική Ευρώπη. Και  δεν ακούνε ούτε τις φωνές από τρίτες χώρες, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας, της Βραζιλίας, της Ινδίας, της Ρωσίας. Και μεθαύριο - μακάρι να διαψευστώ - η ενασχόληση του Συμβουλίου Κορυφής με την ισχυροποίηση της εποπτείας των κρατών - μελών, όσο και ευεργετικό να είναι, δεν αποτελεί απάντηση στην ογκούμενη κρίση. Ούτε το πράσινο φως στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αγοράζει ομόλογα θα είναι αρκετό πια. Φοβάμαι ότι όταν φτάσουμε και στο ευρωομόλογο, οι αγορές θα λένε, «μα αυτό πια δεν έχει αξία».
                        Αγαπητοί συνάδελφοι, μέσα σε αυτές τις συνθήκες ανέλαβα και αναλάβαμε. Όχι σε άλλες, όχι σε ιδανικές. Ανέλαβα, αναλάβαμε, σε στιγμή πολύ δύσκολη. Και όταν ανέλαβα, είχα ως εντολή να αλλάξω τη χώρα, αλλά αναγκάστηκα να ασχοληθώ τον περισσότερο χρόνο με το να μη βουλιάξει. Καθημερινή η διαχείριση της κρίσης, καθημερινός και ο δικός μου πόνος και η αγωνία, για το τι περνά η ελληνική κοινωνία.
                        Ανέλαβα σε δύσκολη εποχή για τη χώρα. Και μου λένε πολλές φορές, «ήσουν άτυχος». Απαντώ: ήταν τιμή μου να υπηρετήσω την πατρίδα, στην ύψιστη θέση του Πρωθυπουργού, τη στιγμή της μεγαλύτερης ανάγκης της.
                        Αλλά αγαπητοί συνάδελφοι, παρά τη συντηρητική Ευρώπη, αυτή είναι τελικά που πείσαμε και καταφέραμε - και προσφέρθηκε, τελικά - να μας δώσει και χέρι βοηθείας. Και περιμένουν από μας ανταπόκριση και συνέπεια, με όρους πολλές φορές επαχθείς και δύσκολους.
                        Αυτό όμως είναι το τίμημα, του να μην έχουμε στηριχθεί στις δικές μας παραγωγικές δυνάμεις. Γι' αυτό το λόγο, παράλληλα, προωθήσαμε και προωθούμε αλλαγές - οι περισσότερες, θα έλεγα - που εμείς, ως ΠΑΣΟΚ, θέλαμε και θέλουμε, είτε υπήρχε, είτε όχι το Μνημόνιο. Από το άνοιγμα των επαγγελμάτων και την αλλαγή στα Πανεπιστήμια, μέχρι τη διαφάνεια στην υγεία. Άλλες, βέβαια, θα ήθελα προσωπικά να τις είχα αποφύγει, όπως θα ήθελαν και τα μέλη της Κοινοβουλευτικής μας Ομάδας.
                        Αλλά το δίλημμα υπήρχε και παραμένει: ή συνεχίζουμε την προσπάθεια ή χρεοκοπούμε. Ή παλεύουμε - όπως και κάναμε - για να βελτιώσουμε τους όρους, δείχνοντας από την πλευρά μας την αξιοπιστία μας, ή φέρνουμε την καταστροφή στην ελληνική οικογένεια και τον συνταξιούχο. Ή παίρνουμε όποια διαρθρωτικά και διορθωτικά μέτρα χρειάζονται, ή θα φύγουμε από το ευρώ.
                        Τον Μάρτιο, τον Ιούλιο και τον Οκτώβριο, δώσαμε σκληρή μάχη για καλύτερους όρους για την Ελλάδα. Και τους πετύχαμε. Παρά τα όσα λέγονται, τους πετύχαμε λόγω της αξιοπιστίας και της προσπάθειας και του Ελληνικού λαού και της Κυβέρνησής μας, κάτι που αναγνωρίζουν οι εταίροι μας. Αναγνωρίζουν ότι πετύχαμε πολλά. Ότι κάνουμε υπεράνθρωπες προσπάθειες και θυσίες.
                        Αλλά αυτό το δίλημμα, όπως είπα, σήμερα παραμένει. Και σε αυτό το δίλημμα κάλεσα όλους να απαντήσουν. Όχι προχθές, αλλά από την αρχή, όταν μπήκαμε στο πρόγραμμα στήριξης. Γιατί ήξερα ότι μόνον όταν εμείς οι Έλληνες μονιάσουμε, δουλέψουμε μαζί, κάνουμε από κοινού, πέραν των ιδεολογικών και πολιτικών μας διαφορών, τις υπερβάσεις για το κοινό καλό, μόνο τότε θα μπορούσαμε να πετύχουμε.
                        Σε αντίθεση, αυτά τα δύο χρόνια, ενώ παλεύαμε με τα θηρία, η Αντιπολίτευση μας πέταγε πέτρες. Επεδίωκε τη φθορά μας - πολύ εύκολη τακτική, μέσα στο κλίμα στο οποίο βρεθήκαμε. Είχε όμως και συνέπειες για την οικονομία μας. Υπονόμευε την επιτυχία μας. Τι άλλο μπορεί να σημαίνει η παρότρυνση του «δεν πληρώνω»; Η υιοθέτηση ακόμα και βίας, κάθε αντίδρασης, ή τουλάχιστον το κλείσιμο του ματιού σε αυτές τις πρακτικές.
                        Θυμίζω τα τελευταία γεγονότα της 28ης Οκτωβρίου. Σε λίγους μήνες, και πάλι θα ήμασταν δακτυλοδεικτούμενοι από τους εταίρους μας, ότι δεν πιάσαμε τους στόχους. Και τότε, αργά ή γρήγορα, θα φεύγαμε από το ευρώ. Είναι γι΄ αυτό το λόγο - και όχι μόνον - που θεώρησα ώριμο τον ίδιο τον Ελληνικό λαό να αποφασίσει. Πέρα από τις ελίτ, τα κόμματα και τα τηλεπαράθυρα. Στο δίλημμα, να αποφασίσει ο ίδιος ο πολίτης, στέλνοντας ένα μήνυμα ισχυρό. Και θα το έστελνε αν γινόταν το δημοψήφισμα, στην υπόλοιπη Ευρώπη, που αμφισβητούσε τη βούλησή μας.
                        Και θυμίζω, όλες οι πολιτικές δυνάμεις, όπως συνήθιζαν, μας πετροβολούσαν για τις αποφάσεις της 26ης και 27ης Οκτωβρίου. Ήμασταν «οι εθνοπροδότες, οι συνωμότες, οι εξαρτώμενοι από τους Μέρκελ και Σαρκοζί».
                        Ακόμα και η Νέα Δημοκρατία μας διαμήνυσε δημοσίως και εκ των προτέρων, πριν τελειώσουν οι διαπραγματεύσεις, ότι θα είναι αρνητική στη συμφωνία. Μόλις ανακοινώθηκε η πρόταση για το δημοψήφισμα, όλα άλλαξαν. Ως δια μαγείας, όλοι βγήκαν να υπερασπιστούν τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου, μήπως ο «ανώριμος» Ελληνικός λαός την απορρίψει. Στην πραγματικότητα, φοβόντουσαν το αντίθετο. Γιατί πιστεύω ότι θα την ψήφιζε και δυναμικά.                   
                        Χαίρομαι, όμως, που το τελικό αποτέλεσμα ήταν η Κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου, μια Κυβέρνηση συνευθύνης. Και ήμουν, όπως και είμαι διατεθειμένος να κάνω τα πάντα για να πετύχει η χώρα, χωρίς να λογαριάζω καρέκλες.
                        Και στο δίλημμα που για δύο χρόνια ήταν αναγκασμένη να απαντήσει μόνη της η Κυβέρνηση, απαντά σήμερα θετικά το μεγαλύτερο μέρος της Βουλής. Και η Νέα Δημοκρατία τέθηκε ενώπιον του ίδιου διλήμματος, που η δική μας Κυβέρνηση είχε καθημερινά. Και μπροστά στο δίλημμα αυτό, συμφώνησε με τη βασική μας λογική. Υπέγραψε αυτή τη βασική πολιτική - και χαίρομαι γι' αυτό.
                        Θα περίμενα, βέβαια, περισσότερο θάρρος και ειλικρίνεια, όχι μισόλογα, προσπαθώντας να υποβαθμίσουν τη σημασία της υπογραφής. Κάτι που δεν βοηθά ούτε την αξιοπιστία τη δική σας, της Νέας Δημοκρατίας, ούτε βεβαίως και της χώρας.
                        Αλλά η δική μου στάση και πράξη να καταθέσω την πρωθυπουργία μου στη μέση της τετραετίας και να παραδώσω τη θέση μου σε μια Κυβέρνηση συνεργασίας, έγινε όχι λόγω αποτυχίας, αγαπητοί συνάδελφοι, αλλά για να συνεχίσει και να πετύχει η πολιτική που ξεκινήσαμε προ διετίας. Έγινε ακριβώς για να συνεχίσουμε μια πορεία και να πετύχει αυτή η πορεία με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση. Να έχει τη μεγαλύτερη δυνατή στήριξη. Στήριξη μιας κεντρικής στρατηγικής, που δημιουργεί πια προοπτικές και ελπίδες. Και αυτό σήμερα έχουμε πετύχει.
                        Και θα κλείσω, αγαπητοί συνάδελφοι, με το ζήτημα των εκλογών. Έχω πει πολλές φορές, το έλλειμμα και το χρέος ήταν μόνο το σύμπτωμα, η κορυφή του παγόβουνου. Το βαθύτερο ζητούμενο ήταν και παραμένει να αλλάξουμε την πατρίδα μας. Σήμερα, που πλήττεται η Ιταλία, ξέρετε τι γράφουν οι έγκυροι αναλυτές; Η Ιταλία δεν έπασχε από επενδύσεις, είχε σημαντικά έργα, μεγάλα έργα. Εργατικό δυναμικό μορφωμένο, πολλούς νέους πτυχιούχους. Δεν είχε, όμως, ανάπτυξη. Έχανε σε ανταγωνιστικότητα.
                        Από τι έπασχε, λοιπόν; Ξέρετε τι λένε οι αναλυτές; Από την πελατειακή πολιτική που εξέφραζε η προηγούμενη κυβέρνηση, από την αδιαφάνεια, τη διαφθορά, την έλλειψη λειτουργίας των θεσμών και την ανομία.
                        Ναι, το οικονομικό πρόβλημα της Ιταλίας ήταν και είναι πολιτικό. Το ίδιο και στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα του 2009. Γι' αυτό υπάρχει η αναγκαιότητα να συνεχίσουμε παντού τις μεγάλες αλλαγές, που έχουμε ξεκινήσει εδώ και δύο χρόνια. Ναι, εμείς τολμήσαμε, για πρώτη φορά στην πρόσφατη ιστορία, να τα βάλουμε με φοροφυγάδες. Να μην υπάρχει ασυλία για γνωστά ονόματα, όση εξουσία και να έχουν.
                        Και εμείς τολμούμε να προωθούμε τις συμφωνίες με την Ελβετία, για να χτυπήσουμε τη φοροδιαφυγή. Ναι, εμείς τολμήσαμε και τα βάλαμε με το λαθρεμπόριο πετρελαίου. Με τη λογική των «θαλασσοδανείων» των τραπεζών σε ισχυρούς παράγοντες των μίντια. Με τη σπατάλη στις συνταγογραφήσεις και τα υπερκέρδη των φαρμακοβιομηχανιών.
                        Ναι, εμείς τολμήσαμε και μιλήσαμε για κοινές μετοχές στις τράπεζες, όταν χρηματοδοτηθούν από πόρους των Ελλήνων φορολογουμένων. Βέβαια, μακάρι να μπορούσαμε να προχωρήσουμε σε αυτά από την πρώτη ημέρα.
                        Όμως, για να φθάσουμε εδώ, χρειάστηκε να αντιμετωπίσουμε ξεχαρβαλωμένες υπηρεσίες ελέγχων, να συστήσουμε το νέο θεσμό του Οικονομικού Εισαγγελέα, να συστήσουμε την Υπηρεσία Οικονομικού Εγκλήματος στην Αστυνομία, να προσληφθούν νέοι άνθρωποι, να εκπαιδευτούν, να πάρουν υποθέσεις στα χέρια τους.
                        Και βέβαια, πολλοί «λύσσαξαν» μαζί μας. Ήθελαν, ναι, την ανατροπή. Και πολλοί πίστεψαν ότι, «εάν φύγει ο Παπανδρέου, γλιτώσαμε». Αλλά να ξέρουν ότι η Κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου ήταν για μένα επιλογή. Επιλογή να συνεχιστούν αυτές οι θεσμικές αλλαγές, να διαφυλαχθούν και να ισχυροποιηθούν. Να προχωρήσουμε με ακόμα μεγαλύτερη βούληση σε αυτές τις μεγάλες αλλαγές, για τη διαφάνεια και την πάταξη της διαφθοράς.
                        Και όσοι πίστεψαν ότι η νέα Κυβέρνηση, με Πρωθυπουργό τον Λουκά Παπαδήμο, με το βάθος της τεχνοκρατικής του γνώσης, θα είναι του χεριού διαφόρων συμφερόντων, θα αντιμετωπίζουν καθημερινά τη συλλογική μας βούληση και το πείσμα όλης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ, να διαφυλάξουμε αυτή την πορεία.
                        Αυτή την πορεία, θα πίστευα ότι τη θέλει και η Νέα Δημοκρατία, που συμμετέχει σήμερα στην Κυβέρνηση. Ακόμα και όσοι αντιπολιτεύονται τη σημερινή Κυβέρνηση. Να βάλουμε τάξη, να αποκτήσει αίσθημα δικαίου η χώρα μας, κοινωνική συνοχή. Να λειτουργήσουν οι θεσμοί.
                        Ας δώσουμε, λοιπόν, τον κατάλληλο χρόνο σε αυτή την Κυβέρνηση για τις θετικές, θεσμικές αλλαγές και πολιτικές, που χρειάζονται προετοιμασία και που μπορούν να προωθηθούν πολύ καλύτερα με ευρύτερη συνεργασία.
                        Τη δημιουργία ενός φορολογικού συστήματος. Τον εκσυγχρονισμό της Δικαιοσύνης. Την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Την πάταξη της διαφθοράς. Την απώλεια απαράδεκτων προνομίων. Και αν λυπάμαι για κάτι σήμερα, είναι που δεν μπορέσαμε να φέρουμε νωρίτερα πιο απτά αποτελέσματα σε αυτή τη μάχη. Γιατί τότε, θα ήταν και λιγότερες οι ανάγκες για οριζόντια μέτρα.
                        Όμως, μπορούμε μαζί πολύ καλύτερα, γρηγορότερα και με αποτέλεσμα. Αποτέλεσμα, να μειωθεί το βάρος στο μέσο Έλληνα πολίτη. Οπως και για την κοινωνική εργασία, που θα αντιμετωπίσει σημαντικά την ανεργία. Τις αλλαγές στο εξεταστικό της παιδείας, την πρωτοβάθμια υγεία.
                        Κυρίες και κύριοι, στην προηγούμενη ομιλία μου στη Βουλή, ανέφερα την συνεργασία μας και στην εξωτερική πολιτική. Κατανοείτε, νομίζω, γιατί το έκανα. Η υπόθεση του ονόματος των Σκοπίων βρίσκει ευρύτερη συναίνεση, μετά από πολλά χρόνια. Κόκκινες γραμμές, σύνθετη ονομασία, γεωγραφικός προσδιορισμός «erga omnes». Και όταν δεν χειριζόμαστε τα εθνικά ζητήματα με το μάτι μας στην εκλογική καπηλεία στο εσωτερικό, με εύκολες κορώνες, τότε μπορούμε να ασκούμε και αποτελεσματική πολιτική.                     Όπως κάναμε και με την Τουρκία. Από το 1999 μέχρι σήμερα, 12 χρόνια, παρότι δεν λύσαμε βασικά μας ζητήματα, δεν είχαμε και μείζονες συρράξεις με την γείτονα χώρα. Δεν κατακλύζονται τα νησιά μας από Τούρκους στρατιώτες, αλλά από Τούρκους τουρίστες.
                        Αγαπητοί συνάδελφοι, η συνεχής έκκληση για εκλογές έχει αρνητικά αποτελέσματα για τη χώρα. Την βλάπτει. Κανείς μας δεν ξέρει σε τι πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον θα βρεθεί η Ευρώπη τους επόμενους μήνες. Πιστεύω ότι θα ξεπεράσει την κρίση. Αλλά θα περάσει δύσκολα το επόμενο χρονικό διάστημα. Το πιο σωστό, το πιο υπεύθυνο είναι να υπάρχει Κυβέρνηση ευρύτατης συνευθύνης, για να αντιμετωπίσουμε κάθε ενδεχόμενο, αντί να είναι κλειστή η Βουλή σε μια κρίσιμη συγκυρία.
Παράλληλα, η εκλογική αναμέτρηση ήδη φέρνει την Κυβέρνηση και τους Βουλευτές σε προεκλογικές πιέσεις. Δύσκολες αποφάσεις θα αποφεύγονται, ενόψει των επικείμενων αναμετρήσεων με συνυποψηφίους. Λογικά και οι Υπουργοί, και οι Βουλευτές, θα σκέφτονται τις περιφέρειές τους, ενώ πρέπει να αφοσιωθεί η Κυβέρνηση στο έργο της, που είναι εθνικής σημασίας.
Και οι εκλογές, βεβαίως, έχουν κόστος. Και οικονομικό κόστος. Αλλά τέλος, οι εκλογές πολύ πιθανόν να φέρουν Κυβερνήσεις συνεργασίας. Κυβέρνηση συνεργασίας έχουμε και σήμερα. Τα βασικά διλήμματα που έχει μπροστά της η χώρα, θα τα έχει και μεθαύριο. Ο Ελληνικός λαός απαιτεί πολιτικούς και κόμματα, που βάζουν το ευρύτερο συμφέρον πάνω από το στενό εκλογικό. Και αυτό κάναμε εμείς.
Αυτό πρέπει να κάνουμε όλοι σ' αυτή την κρίσιμη στιγμή. Η συνεργασία μας σήμερα, είναι και εγγύηση για μας και τους εταίρους μας για την επόμενη ημέρα, όποτε και αν γίνουν οι εκλογές. Το ίδιο ισχύει για όλα. Ούτε και οι επενδύσεις στη χώρα θα έρθουν, επειδή τις εκλογές θα τις κερδίσει η «άλφα» ή η «βήτα» παράταξη.
Θα έρθουν, κατ' αρχήν, όταν αποκατασταθεί διεθνώς ένα κλίμα εμπιστοσύνης για την πορεία της χώρας μας. Αλλά θα έρθουν και με πολλή δουλειά. Να ηρεμήσει το διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον, να καταργήσουμε γραφειοκρατίες και πελατειακές δομές. Να έχουμε πραγματική και ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, ένα άλλο επενδυτικό περιβάλλον, ασφαλές και ελκυστικό.
Η ανάπτυξη και οι δουλειές θέλουν αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, οι οποίες για πρώτη φορά ξεκίνησαν να γίνονται τόσο βαθιά τα δύο χρόνια που πέρασαν. Αυτό το έργο μπορεί και πρέπει να συνεχίσει η σημερινή Κυβέρνηση, της οποίας τον προϋπολογισμό ψηφίζουμε.
Ας συνεργαστούμε, λοιπόν, με καλή διάθεση επιτέλους, βάζοντας μπροστά το γενικό συμφέρον, όχι το μικροκομματικό.
Και αυτό, κύριοι συνάδελφοι, έκανα και κάνω και εγώ, από όποιο μετερίζι. Και είμαι περήφανος για τον αγώνα που έδωσα και δίνω, για να κρατήσω μια παράταξη μακριά από μικρές ή ισχυρές πελατείες και παράγοντες.
Για να μην γίνει η χώρα μας ή το Κίνημά μας εύκολη λεία ή εργαλείο συμφερόντων, που λυμαίνονται επί χρόνια τη χώρα. Υπάρχει σήμερα μια παρακαταθήκη. Ένα Κίνημα, μια Κοινοβουλευτική Ομάδα, που στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Έκανε το χρέος του στη χώρα. Ανέλαβε αμαρτίες άλλων και κόστος - όπως και εγώ - που δεν μας αναλογούσε.
Και κράτησε την πολιτική του αυτονομία μπροστά στα άρρωστα φαινόμενα της εποχής. Παρότι πήραμε δύσκολες αποφάσεις, αυτό το Κίνημα θα ξαναδημιουργήσει τους δεσμούς του με ανθρώπους και κοινωνικές δυνάμεις, από τις οποίες ζητήσαμε θυσίες. Γιατί αυτές οι θυσίες ήταν απαραίτητες για την πατρίδα. Και γιατί αυτό το Κίνημα παλεύει γι' αυτούς τους ανθρώπους και γι' αυτές τις αξίες.
Μια Ελλάδα αξιοσύνης, Δημοκρατίας, ελευθερίας, συνοχής και διαφάνειας. Και τώρα γίνονται οι αλλαγές που φέρνουν αυτή τη δικαιοσύνη, αυτή την ελπίδα και αυτή την προοπτική. Και γι' αυτή την παρακαταθήκη, είμαι περήφανος. Η πορεία της Κυβέρνησής μας θα κριθεί από την ιστορία. Μια Κυβέρνηση, που διένυσε μόνο το ήμισυ της θητείας της, αλλά άλλαξε πράγματα όσο καμία άλλη.
Και βέβαια, είναι εύκολο να μιλά κανείς, πριν φανούν τα αποτελέσματα, για αποτυχίες. Είναι και τόσο εύκολη η αντίδραση, να βρεθεί το εξιλαστήριο θύμα για όλες τις δυσκολίες.
Αγαπητοί συνάδελφοι, ειλικρινά, πολλοί από εμάς εδώ, είμαστε πολλά χρόνια στην πολιτική. Εγώ πήρα πολύ νωρίς την απόφαση να μην μετρήσω το πολιτικό κόστος. Ήξερα και ξέρω ότι είναι βαρύ το κόστος αυτό. Θέλετε να γίνω ακόμα η εύκολη θυσία, που θα τα γιατρέψει όλα; Το εξιλαστήριο θύμα; Και αυτό θα το κατανοήσω. Πράγματι.
Αλλά εφιστώ την προσοχή σας: εάν ήταν τόσο εύκολη η λύση, και εμένα θα με χαροποιούσε. Αλλά οι μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται η χώρα πρέπει να γίνουν από εμάς. Όλους μας. Τον καθένα μας. Ο καθένας μας έχει ευθύνη. Μην ψάχνουμε αλλού. Μην ψάχνουμε ούτε για σωτήρες, ούτε για τους κακούς. Θα ήταν πολύ εύκολη η λύση αυτή, όπως θα έλεγε ο Καβάφης. Θα ήταν εύκολη λύση, αυτή των βαρβάρων.
Εμείς πρέπει να αναπτύξουμε τις δικές μας δυνάμεις. Και η μετάβαση στην απεξάρτηση από δάνειες δυνάμεις, θα γίνει με πόνο. Αλλά πρέπει να γίνει. Επιτέλους, να τελειώσει αυτό το αστείο ότι, χωρίς βάσανο, μπορούμε να προχωρήσουμε σε μια διαφορετική Ελλάδα.
Μόνο όταν παλέψουμε για τις αξίες μας μαζί, θα αλλάξουμε την Ελλάδα. Και μπορούμε. Και να ξέρετε ότι γι' αυτές τις αξίες, θα είμαι πάντα μαχητής. Κοντά στην Ελλάδα και στον πολίτη αυτού του τόπου, που ξέρω ότι μπορεί και ελπίζει.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να κλείσω λέγοντας πως, αυτή η διετία που πέρασε και ο τελικός σχηματισμός της Κυβέρνησης συνεργασίας, με κάνουν σήμερα να αισθάνομαι πιο αισιόδοξος. Μπορούμε την κρίση, να την κάνουμε ευκαιρία. Και σήμερα, αυτό το «μαζί», το έχουμε στα χέρια μας, έχουμε κάνει την αρχή.
Ψηφίζοντας τον προϋπολογισμό, κάνουμε ένα ακόμα βήμα. Είμαι βέβαιος ότι αφού κερδίσουμε τη μάχη της εφαρμογής των αποφάσεων του Οκτωβρίου, η πορεία μας θα γίνει πιο ασφαλής, πιο ομαλή. Είμαι σίγουρος ότι, στο τέλος αυτής της δύσκολης διαδρομής, θα έχουμε βάλει γερά θεμέλια για μια Ελλάδα βιώσιμη και πιο δίκαιη.
Σας ευχαριστώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Το Προφίλ μας