Η πιο συνηθισμένη κατάληξη μιας μέσης
πολιτικής συζήτησης σήμερα, είναι η απαξίωση των κομμάτων και της
πολιτικής. «Όλοι τα παίρνουν», «όλοι ίδιοι είναι», «δεν πρόκειται να
ξαναψηφίσω κανέναν τους». Πάντα υπήρχαν αντιδράσεις τέτοιου τύπου, τώρα
όμως το πράγμα διαφέρει. Δεν είναι μόνο η ποσότητα και η δυναμική αυτών
των αντιδράσεων, είναι κάτι περισσότερο.
Μια προσεκτική ματιά θα μας δείξει επιπλέον πως αυτές οι συμπεριφορές εμφανίζονται και στον ευρωπαϊκό χώρο, αν και προσαρμοσμένες στις εθνικές ιδιαιτερότητες. Πολλές από τις εξηγήσεις που δίνονται συχνά, σχετίζονται με συγκυριακού τύπου φαινόμενα (όπως είναι η ανικανότητα μιας κυβέρνησης – βλ. π.χ. την τελευταία διακυβέρνηση της ΝΔ) ή με πιο δομικά χαρακτηριστικά (χρηματοοικονομικές κρίσεις, διαχρονική διαφθορά…).
Μια προσεκτική ματιά θα μας δείξει επιπλέον πως αυτές οι συμπεριφορές εμφανίζονται και στον ευρωπαϊκό χώρο, αν και προσαρμοσμένες στις εθνικές ιδιαιτερότητες. Πολλές από τις εξηγήσεις που δίνονται συχνά, σχετίζονται με συγκυριακού τύπου φαινόμενα (όπως είναι η ανικανότητα μιας κυβέρνησης – βλ. π.χ. την τελευταία διακυβέρνηση της ΝΔ) ή με πιο δομικά χαρακτηριστικά (χρηματοοικονομικές κρίσεις, διαχρονική διαφθορά…).
Είναι όμως ταυτόχρονα σαφές ότι οι απαξιωτικές
εκφράσεις έχουν συχνά ως αφετηρία ένα
συγκεκριμένο χαρακτηριστικό του πολιτικού μας συστήματος: υπάρχει
έλλειμμα πολιτικής εκπροσώπησης.
Πριν από 2-3 δεκατίες, τα πράγματα ήταν απλά. Ο θείος μου ψήφιζε ΠΑΣΟΚ, οι γονείς μου ΝΔ, ο άλλος θείος ήταν ΚΚΕ… Στο ένα καφενείο του χωριού πήγαιναν οι πράσινοι, στο άλλο οι μπλε. Σε μία τυπική ευρωπαϊκή χώρα, οι φοιτητές και οι εργάτες ήταν αριστεροί, οι βιομήχανοι δεξιοί.
Σήμερα, αν κάποιος μιλήσει με βάση αυτές τις σταθερές βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου. Στα πανεπιστήμια βγαίνει πρώτη η ΔΑΠ, τα πολιτικά καφενεία έχουν γίνει lounge καφετέριες και οι θείοι μου δεν ξέρουν πια τι να ψηφίσουν. Έχουν αρχίσει και αυτοί να δίνουν το προβάδισμα στον «Κανένα».
Παλιότερα, τα κόμματα αντιστοιχούσαν σε τάξεις, ή τουλάχιστον αυτή ήταν η αφετηριακή τους λογική. Παρά τις συνεχείς και αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, το ταξικό σου status έκανε την επιλογή ευκολότερη. Στις μέρες μας, η έννοια της τάξης έχει διαφοροποιηθεί τόσο πολύ που είναι δύσκολο να βρεις άκρη. Ανάμεσα στον καπιταλιστή και στον εργάτη του δωδεκάωρου, μπήκε σφήνα η μεσαία τάξη. Η κοινωνική κινητικότητα έχει επίσης αμβλύνει τις ταξικές διαφορές. Έπειτα, είναι και θέμα κοινωνικών συμπεριφορών. Ακόμα κι αν είσαι φτωχός, και έχεις παρ’ όλ’ αυτά την (έστω αυθαίρετη) μεζονέτα σου, το καλογυαλισμένο αυτοκίνητο (έστω και αν το πληρώνεις με δυσβάσταχτες δόσεις) και πίνεις τη μαργαρίτα σου στο pool bar του Hilton, δε μπορείς μόνο λόγω της επισφαλούς οικονομικής σου κατάστασης να ψηφίζεις ΚΚΕ.
Το έλλειμμα εκπροσώπησης που σχετίζεται με την πολιτική κρίση, δεν ξεκινάει ούτε από τη διαφθορά (αυτή υπήρχε και στα 80s) ούτε από την πολιτική ανικανότητα (αυτή κι αν υπήρχε στα 80s). Ξεκινάει, κυρίως, από ανατροπές στο πολιτικοκοινωνικό επίπεδο. Πολλά ευρωπαϊκά κόμματα, αναγνωρίζοντας πως δεν εκπροσωπούν πια τα συμφέροντα μίας μόνο τάξης, θέλησαν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες και προσπάθησαν να μετατοπίσουν τον ιδεολογικό τους χαρακτήρα. Άλλα απέτυχαν σε αυτή την πορεία μετάβασης, άλλα κατηγορήθηκαν ότι πούλησαν την ιδεολογία τους, άλλα τα πήγαν κάπως καλύτερα· όμως σε όλες τις περιπτώσεις η διαδικασία ήταν επίπονη και με κλυδωνισμούς. Τελικά το πρόβλημα μάλλον δεν λύθηκε πουθενά οριστικά. Οι δυτικές κοινωνίες περνάνε από ένα πολιτικό μοντέλο σε ένα άλλο, το οποίο λίγοι ακόμα μπορούν να φανταστούν με καθαρούς όρους. Συνεπώς, οι κινήσεις που γίνονται είναι σπασμωδικές και συγκυριακές.
Στην Ελλάδα η κατάσταση είναι ακόμα πιο δύσκολη. Εδώ τα πράγματα είναι περισσότερο συγκεχυμένα, αφού τα μεγάλα κόμματα ποτέ δεν εκπροσωπούσαν ένα συγκεκριμένο χώρο. Το ΠΑΣΟΚ δεν υπήρξε ποτέ ένα κλασικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, ούτε ασφαλώς υπήρξε ποτέ ένα κόμμα της εργατικής τάξης. Το παρελθόν του υπήρξε διαφορετικό από τους όμορους πολιτικούς σχηματισμούς που αναπτύχθηκαν στη Δ. Ευρώπη. Πιο λαϊκίστικο, πιο αρχηγικό, με ανταπόκριση σε ένα πιο μικροαστικό ακροατήριο. Το μετα-ανδρεϊκό του παρελθόν κάνει ακόμα πιο περίπλοκο τον καθορισμό της πολιτικής του ταυτότητας. Μέσες-άκρες, ανάλογα θέματα έχει και η ΝΔ. Η εμβληματική φυσιογνωμία του Κωνσταντίνου Καραμανλή ένωσε υπό την ίδια σκέπη συντηρητικούς, κρατιστές, οικονομικά φιλελεύθερους, ακροδεξιούς κ.λπ. Τώρα όμως που ξέσπασε μια έντονη εσωτερική κρίση, οι διαλυτικές τάσεις δεν άργησαν καθόλου να φανούν. Φαίνεται πως σε βασικά ζητήματα υπάρχουν μεγάλες διαφορές εντός των ίδιων πολιτικών σχηματισμών. Το πολιτικό σκηνικό κατακερματίζεται, τα κόμματα έχουν προβλήματα ταυτότητας, μοιάζουν σα να μην ξέρουν πλέον και τα ίδια ποια είναι και μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα ο πολίτης δυσκολεύεται να καταλήξει σε μια συγκεκριμένη ψήφο.
Εάν όμως για κάποιους το σκηνικό είναι θολό και προσπαθούν να αναδιατυπώσουν τις πολιτικές τους θέσεις με βάση τις επίσης θολές νέες κοινωνικές συνθήκες, για κάποιους άλλους όλα είναι πιο ξεκάθαρα. Πιστεύουν πως η κατάσταση έχει μείνει αμετάβλητη εδώ και δεκαετίες και συνεπώς καμία αλλαγή δεν χρειάζεται να γίνει σε πολιτικές θέσεις. Μιλάμε κυρίως για το ΚΚΕ και το ΛΑΟΣ, που θεωρούν ότι ο πολιτικός τους λόγος δεν έχει ανάγκη καμίας επικαιροποίησης. Πάλι δημιουργείται πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησης, από τη στιγμή που ο πολίτης βλέπει ότι δεν μπορεί να ψηφίσει αναχρονιστικά μορφώματα, παρά μόνο ως μια πρόσκαιρη επιλογή διαμαρτυρίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ βέβαια εμπίπτει και στις δύο παραπάνω κατηγορίες: και δεν ξέρει ποιος είναι, και χρειάζεται να επικαιροποιήσει τον πολιτικό του λόγο.
Ούτε όμως η μεταβατικότητα στις πολιτικές θέσεις, ούτε ο αναχρονισμός τους είναι αυτά που δημιουργούν το μεγάλο κενό στην πολιτική εκπροσώπηση. Το βασικότερο είναι πως στην Ελλάδα δεν έχει αναπτυχθεί επαρκώς η κοινωνία των πολιτών. Δεν έχουμε μάθει να διεκδικούμε συντεταγμένα και οργανωμένα τα δικαιώματά μας εκτός του παλαιοκομματικού συστήματος. Και όταν ξεκινά η κατάρρευση αυτού του κομματικού συστήματος που καθιερώθηκε στη χώρα από ιδρύσεως κράτους (με την εκπροσώπηση μέσω πατρώνων, πολιτικής «προστασίας» και ρουσφετιών), τότε ο πολίτης αρχίζει να αισθάνεται πως δεν υπάρχει πια κανείς να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του…
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΓΓΕΛΗΣ Αthens Voice
Πριν από 2-3 δεκατίες, τα πράγματα ήταν απλά. Ο θείος μου ψήφιζε ΠΑΣΟΚ, οι γονείς μου ΝΔ, ο άλλος θείος ήταν ΚΚΕ… Στο ένα καφενείο του χωριού πήγαιναν οι πράσινοι, στο άλλο οι μπλε. Σε μία τυπική ευρωπαϊκή χώρα, οι φοιτητές και οι εργάτες ήταν αριστεροί, οι βιομήχανοι δεξιοί.
Σήμερα, αν κάποιος μιλήσει με βάση αυτές τις σταθερές βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου. Στα πανεπιστήμια βγαίνει πρώτη η ΔΑΠ, τα πολιτικά καφενεία έχουν γίνει lounge καφετέριες και οι θείοι μου δεν ξέρουν πια τι να ψηφίσουν. Έχουν αρχίσει και αυτοί να δίνουν το προβάδισμα στον «Κανένα».
Παλιότερα, τα κόμματα αντιστοιχούσαν σε τάξεις, ή τουλάχιστον αυτή ήταν η αφετηριακή τους λογική. Παρά τις συνεχείς και αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, το ταξικό σου status έκανε την επιλογή ευκολότερη. Στις μέρες μας, η έννοια της τάξης έχει διαφοροποιηθεί τόσο πολύ που είναι δύσκολο να βρεις άκρη. Ανάμεσα στον καπιταλιστή και στον εργάτη του δωδεκάωρου, μπήκε σφήνα η μεσαία τάξη. Η κοινωνική κινητικότητα έχει επίσης αμβλύνει τις ταξικές διαφορές. Έπειτα, είναι και θέμα κοινωνικών συμπεριφορών. Ακόμα κι αν είσαι φτωχός, και έχεις παρ’ όλ’ αυτά την (έστω αυθαίρετη) μεζονέτα σου, το καλογυαλισμένο αυτοκίνητο (έστω και αν το πληρώνεις με δυσβάσταχτες δόσεις) και πίνεις τη μαργαρίτα σου στο pool bar του Hilton, δε μπορείς μόνο λόγω της επισφαλούς οικονομικής σου κατάστασης να ψηφίζεις ΚΚΕ.
Το έλλειμμα εκπροσώπησης που σχετίζεται με την πολιτική κρίση, δεν ξεκινάει ούτε από τη διαφθορά (αυτή υπήρχε και στα 80s) ούτε από την πολιτική ανικανότητα (αυτή κι αν υπήρχε στα 80s). Ξεκινάει, κυρίως, από ανατροπές στο πολιτικοκοινωνικό επίπεδο. Πολλά ευρωπαϊκά κόμματα, αναγνωρίζοντας πως δεν εκπροσωπούν πια τα συμφέροντα μίας μόνο τάξης, θέλησαν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες και προσπάθησαν να μετατοπίσουν τον ιδεολογικό τους χαρακτήρα. Άλλα απέτυχαν σε αυτή την πορεία μετάβασης, άλλα κατηγορήθηκαν ότι πούλησαν την ιδεολογία τους, άλλα τα πήγαν κάπως καλύτερα· όμως σε όλες τις περιπτώσεις η διαδικασία ήταν επίπονη και με κλυδωνισμούς. Τελικά το πρόβλημα μάλλον δεν λύθηκε πουθενά οριστικά. Οι δυτικές κοινωνίες περνάνε από ένα πολιτικό μοντέλο σε ένα άλλο, το οποίο λίγοι ακόμα μπορούν να φανταστούν με καθαρούς όρους. Συνεπώς, οι κινήσεις που γίνονται είναι σπασμωδικές και συγκυριακές.
Στην Ελλάδα η κατάσταση είναι ακόμα πιο δύσκολη. Εδώ τα πράγματα είναι περισσότερο συγκεχυμένα, αφού τα μεγάλα κόμματα ποτέ δεν εκπροσωπούσαν ένα συγκεκριμένο χώρο. Το ΠΑΣΟΚ δεν υπήρξε ποτέ ένα κλασικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, ούτε ασφαλώς υπήρξε ποτέ ένα κόμμα της εργατικής τάξης. Το παρελθόν του υπήρξε διαφορετικό από τους όμορους πολιτικούς σχηματισμούς που αναπτύχθηκαν στη Δ. Ευρώπη. Πιο λαϊκίστικο, πιο αρχηγικό, με ανταπόκριση σε ένα πιο μικροαστικό ακροατήριο. Το μετα-ανδρεϊκό του παρελθόν κάνει ακόμα πιο περίπλοκο τον καθορισμό της πολιτικής του ταυτότητας. Μέσες-άκρες, ανάλογα θέματα έχει και η ΝΔ. Η εμβληματική φυσιογνωμία του Κωνσταντίνου Καραμανλή ένωσε υπό την ίδια σκέπη συντηρητικούς, κρατιστές, οικονομικά φιλελεύθερους, ακροδεξιούς κ.λπ. Τώρα όμως που ξέσπασε μια έντονη εσωτερική κρίση, οι διαλυτικές τάσεις δεν άργησαν καθόλου να φανούν. Φαίνεται πως σε βασικά ζητήματα υπάρχουν μεγάλες διαφορές εντός των ίδιων πολιτικών σχηματισμών. Το πολιτικό σκηνικό κατακερματίζεται, τα κόμματα έχουν προβλήματα ταυτότητας, μοιάζουν σα να μην ξέρουν πλέον και τα ίδια ποια είναι και μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα ο πολίτης δυσκολεύεται να καταλήξει σε μια συγκεκριμένη ψήφο.
Εάν όμως για κάποιους το σκηνικό είναι θολό και προσπαθούν να αναδιατυπώσουν τις πολιτικές τους θέσεις με βάση τις επίσης θολές νέες κοινωνικές συνθήκες, για κάποιους άλλους όλα είναι πιο ξεκάθαρα. Πιστεύουν πως η κατάσταση έχει μείνει αμετάβλητη εδώ και δεκαετίες και συνεπώς καμία αλλαγή δεν χρειάζεται να γίνει σε πολιτικές θέσεις. Μιλάμε κυρίως για το ΚΚΕ και το ΛΑΟΣ, που θεωρούν ότι ο πολιτικός τους λόγος δεν έχει ανάγκη καμίας επικαιροποίησης. Πάλι δημιουργείται πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησης, από τη στιγμή που ο πολίτης βλέπει ότι δεν μπορεί να ψηφίσει αναχρονιστικά μορφώματα, παρά μόνο ως μια πρόσκαιρη επιλογή διαμαρτυρίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ βέβαια εμπίπτει και στις δύο παραπάνω κατηγορίες: και δεν ξέρει ποιος είναι, και χρειάζεται να επικαιροποιήσει τον πολιτικό του λόγο.
Ούτε όμως η μεταβατικότητα στις πολιτικές θέσεις, ούτε ο αναχρονισμός τους είναι αυτά που δημιουργούν το μεγάλο κενό στην πολιτική εκπροσώπηση. Το βασικότερο είναι πως στην Ελλάδα δεν έχει αναπτυχθεί επαρκώς η κοινωνία των πολιτών. Δεν έχουμε μάθει να διεκδικούμε συντεταγμένα και οργανωμένα τα δικαιώματά μας εκτός του παλαιοκομματικού συστήματος. Και όταν ξεκινά η κατάρρευση αυτού του κομματικού συστήματος που καθιερώθηκε στη χώρα από ιδρύσεως κράτους (με την εκπροσώπηση μέσω πατρώνων, πολιτικής «προστασίας» και ρουσφετιών), τότε ο πολίτης αρχίζει να αισθάνεται πως δεν υπάρχει πια κανείς να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του…
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΓΓΕΛΗΣ Αthens Voice
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου