Ο Κίμων Κοεμτζόπουλος στο βιβλίο του
«Οι Λαζαίοι» γράφει: « Από τις 8 Οκτωβρίου ακούγονταν καθαρά οι κανονιές
που όλο πλησίαζαν. Σε όλα τα ελληνόσπιτα με λαχτάρα καρτερούσαν τον
ελληνικό στρατό. Υπήρχε κίνδυνος μεγάλος οι Τούρκοι να βάλουν γενική
σφαγή στον χριστιανικό πληθυσμό. Τα σπίτια των Ελλήνων ήσαν πια συνέχεια
κλειστά και τα τουφέκια που ήσαν κρυμμένα είχαν βγει από τις κρυψώνες
από την πρώτη ακόμα μέρα του πολέμου.
Στο σπίτι του Γ.∆. Κοεμτζόπουλου, οι άνδρες φύλαγαν νύχτα-μέρα στις πόρτες και τα παράθυρα σε βάρδιες με ό,τι τουφέκια είχαν ως τότε κρυμμένα… Οι γυναίκες φρόντιζαν για το φαγητό με τα τρόφιμα που είχαν προμηθευτεί από τη μέρα που είχε κηρυχτεί ο πόλεμος. Τα μικρότερα παιδιά παρακολουθούσαν τα προφυλακτικά μέτρα που έπαιρναν οι μεγάλοι, τους βοηθούσαν κι αυτά σε ό,τι μπορούσαν και έκαμναν προσευχές και «μετάνοιες» μπροστά στο εικονοστάσι του σπιτιού πρωΐ, μεσημέρι και βράδυ.«Την Τετάρτη 10.10.1912 κατά τις 12.30 ́ το μεσημέρι σαν είδαν οι δικοί μας γράφει ο Κίμων Κοεμτζόπουλος τα πρώτα ελληνικά στρατεύματα να φθάνουν στην πλαγιά, στα «αμπέλια», άνοιξαν την πόρτα, έστησαν ένα μακρύ κοντάρι στο επάνω μέρος της μαρμάρινης σκάλας της εισόδου του
Στο σπίτι του Γ.∆. Κοεμτζόπουλου, οι άνδρες φύλαγαν νύχτα-μέρα στις πόρτες και τα παράθυρα σε βάρδιες με ό,τι τουφέκια είχαν ως τότε κρυμμένα… Οι γυναίκες φρόντιζαν για το φαγητό με τα τρόφιμα που είχαν προμηθευτεί από τη μέρα που είχε κηρυχτεί ο πόλεμος. Τα μικρότερα παιδιά παρακολουθούσαν τα προφυλακτικά μέτρα που έπαιρναν οι μεγάλοι, τους βοηθούσαν κι αυτά σε ό,τι μπορούσαν και έκαμναν προσευχές και «μετάνοιες» μπροστά στο εικονοστάσι του σπιτιού πρωΐ, μεσημέρι και βράδυ.«Την Τετάρτη 10.10.1912 κατά τις 12.30 ́ το μεσημέρι σαν είδαν οι δικοί μας γράφει ο Κίμων Κοεμτζόπουλος τα πρώτα ελληνικά στρατεύματα να φθάνουν στην πλαγιά, στα «αμπέλια», άνοιξαν την πόρτα, έστησαν ένα μακρύ κοντάρι στο επάνω μέρος της μαρμάρινης σκάλας της εισόδου του